Η τέχνη ξεπλένει από την ψυχή τη σκόνη της καθημερινότητας.
Πάμπλο Πικάσο
Η έννοια αλλά και η λέξη «πολιτισμός» άργησε να κάνει την εμφάνισή της στην ιστορία. Οι άνθρωποι αν και ζούσαν, δρούσαν και δημιουργούσαν αξίες και πνευματικά ή τεχνικά επιτεύγματα εντός ενός πλαισίου πολιτισμού, εντούτοις μόλις τον 19ο αιώνα συνειδητοποίησαν πως ο πολιτισμός, ως έννοια, είναι συνυφασμένος με την ίδια τους την ύπαρξη. Κι ενώ αρχικώς ο ‘πολιτισμός’ ήταν σημασιολογικά περίπου ταυτόσημος με την ευγενική κι εκλεπτυσμένη συμπεριφορά, γρήγορα διαφοροποιήθηκε και απέκτησε την έννοια με την οποία στις μέρες μας τον αντιλαμβανόμαστε. Αντιγράφουμε από το λεξικό: «Πολιτισμός: Το σύνολο των υλικών και πνευματικών επιτευγμάτων κοινωνικού συνόλου και το σύνολο των υλικών και πνευματικών προϊόντων τής δράσης ενός συνόλου ανθρώπων σε ορισμένη ή µη εποχή»[1]
Η συνέχεια δεν είχε τη γραμμική πορεία που θα περίμενε κανείς. Από τον ορισμό εξαιρέθηκαν λέξεις κατά το δοκούν, κυρίως όμως εξοστρακίστηκε αυτή η δυνατή και στιβαρή λέξη: «σύνολο». Ο πολιτισμός δυστυχώς κακοποιήθηκε και διαμελίστηκε για να εξυπηρετήσει ταμειακές ανάγκες, οι πολιτείες γέμισαν με ‘πολιτιστικούς’ οργανισμούς και ‘πολιτιστικούς’ συλλόγους που σκοπό έχουν το κυνήγι των επιχορηγήσεων κι από αμφιβόλου ποιότητας ‘πολιτιστικές’ δραστηριότητες με πρωταγωνίστριες συνήθως ημίγυμνες αοιδούς με τα πλήθη από κάτω να παραληρούν, έστω κι αν τα μηδενικά είναι πολλά στο τιμολόγιο που κόβεται στο τέλος της βραδιάς! Διαμελίστηκε για εξυπηρετήσει κενές και αδειανές ματαιοδοξίες. Διαμελίστηκε γιατί θέλει πολύ κόπο για να τον διαχειριστεί κανείς όταν είναι ακέραιος. Κυρίως όμως διαμελίστηκε γιατί απαιτείται γνώση για να μπορέσει κάποιος να τον αντιληφθεί στην ολότητά του. Κι αυτή η γνώση δυστυχώς είναι δυσεύρετη στις μέρες μας, η προτίμησή μας στη μασημένη τροφή είναι πρόδηλη. Τούτο όμως το κατακερματισμένο πράγμα δεν είναι πολιτισμός, είναι ένας καρκίνος δίχως γιατρειά από τον οποίο καρπώνονται ορισμένοι αναγνώριση, χρήμα και δόξα. Είναι γνωστό βεβαίως πως τη δόξα ουδείς τη μίσησε, κανείς όμως από την άλλη, δε μίσησε ούτε τα πολιτικά οφέλη που προκύπτουν από την κακοδιαχείρισή της στις μέρες μας!
Ο άνθρωπος έχει τη μοναδική ικανότητα να κάνει ερωτήσεις. Οι απορίες που αναζητούν απαντήσεις είναι η ατμομηχανή που τον τραβάει μπροστά, είναι η έναρξη του δημιουργικού διαλόγου μέσα από τον οποίο σχεδιάζεται και υλοποιείται το μέλλον του. Είναι ο ίδιος του ο Πολιτισμός που ξεκινάει από το παρελθόν και καταλήγει αδιάρρηκτα κάπου μακριά στο αύριο, σε ένα αύριο που έχει προκύψει από τη σύνθεση του συνόλου των επιτευγμάτων του και όχι από τον κατακερματισμό και την εκμετάλλευσή τους. Η διαδικασία της ανθρώπινης αλλά και της κοινωνικής τελείωσης που παράγει πολιτισμό εδράζεται όχι στο βιολογικό όργανο που ονομάζεται εγκέφαλος αλλά σε εκείνο που ο Λιαντίνης είχε εύστοχα επισημάνει, το νου. Είναι μια πολυδιάστατη δομή που γεννιέται και ανδρώνεται χάρη στη συλλογική νοημοσύνη, χάρη σ’ αυτή όμως μπορεί και να πεθάνει! Απαιτείται μεγάλη προσοχή για να μην επέλθει το μοιραίο, ειδικά στη σημερινή εποχή που το viral[2] μπορεί να ρίξει ακόμα και κυβερνήσεις.
Ο πολιτισμός δεν είναι ένας. Έχει πληθυντικό αριθμό και οφείλουμε με απόλυτο σεβασμό να το αναγνωρίσουμε αυτό. Η δικτατορία τής απολυτότητας δεν έχει θέση σε καμία συλλογιστική ή επιχειρηματολογία περί του αντιθέτου. Για ορισμένες συνειδήσεις τούτο είναι αυτονόητο, όχι όμως για όλες. Κάθε λιθαράκι ενός εκάστου πολιτισμού που αθροίζεται με τα επιτεύγματα άλλων πολιτισμών, μετουσιώνει τον πολίτη και τον οδηγεί στην πραγματική του υπόσταση, κάνει τον ανθρωπάκο Άνθρωπο! Πολιτισμός, για να απλοποιήσουμε τον ορισμό έστω και ριψοκινδυνεύοντας να χαρακτηριστούμε απλοϊκοί, δεν είναι το «φαίνεσθαι» αλλά το «είναι». Ενδιάμεσο δεν υπάρχει. Τα υπόλοιπα είναι απλώς μη-πολιτισμός. Ίσως και μη-διανόηση.
[1] Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας – Γ. Μπαμπινιώτη
[2] Ο όρος προέρχεται από την αγγλική λέξη viral. Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτός που έχει σχέση με ιό». Στην αγγλική γλώσσα η έκφραση «viral» στην ορολογία των κοινωνικών δικτύων σημαίνει την αστραπιαία ταχύτητα με την οποία κάτι γίνεται γνωστό (κατ’ αντιστοιχία με μια ασθένεια που εξαπλώνεται με ραγδαία ταχύτητα).