Δεν γνωρίζουμε αν τούτο είναι υπερβολή, αλλά μελετώντας το βιβλίο Σκοτεινοί δρόμοι, του Κώστα Δέδε από τις εκδόσεις ΣΤΙΞΙΣ, νιώσαμε έναν έντονο ρεαλισμό να ξεπηδά μέσα από τη μυθοπλασία, που μας θύμισε έντονα -ως επιρροή στο θυμικό μας- αρχαία τραγωδία. Το μυθιστόρημα αυτό δεν κινείται στην επιδερμίδα της ιστορίας που πραγματεύεται, μπαίνει βαθιά μέσα στον άνθρωπο, μέσα στην κοινωνία αλλά και μέσα στην εποχή του, ενώ ταυτόχρονα -περιέργως πώς- διαπιστώνει κανείς πως διακρίνεται από μια έντονη μουσικότητα στη γραφή του, από ρυθμό, ο λόγος κυλάει τόσο ευχάριστα σαν να είναι γραμμένος σε κάποιο λογοτεχνικό πεντάγραμμο!
Θα ήταν αδόκιμο να περιγράψουμε την ιστορία του βιβλίου μιας και αυτή διακρίνεται από πολλές απρόσμενες ανατροπές και κάτι τέτοιο θα έκλεβε από τον αναγνώστη την πολύτιμη παρθενία της προσωπικής του ανάγνωσης, όμως δεν μπορούμε να μην αναφέρομε πως αυτή άρχεται την εποχή του Μεσοπολέμου, ξεκινά με πρωταγωνιστές τα μέλη μιας Μικρασιατικής οικογένειας που ξεσπιτώθηκε για να βρει πατρίδα στην Ελλάδα, με δυο παιδιά που έχουν εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες και μια ιερόδουλη σε ένα συγκρότημα – πορνείο στα Βούρλα. Κοιτάζοντας κανείς το οπισθόφυλλο θα διαβάσει κάτι πολύ σημαντικό, πως πρόκειται για μια ιστορία που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, ο συγγραφέας όμως έχει, κατά τη γνώμη μας, προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα από τα γεγονότα, έχει χρησιμοποιήσει μια εποχή με έντονες αλλαγές, ζυμώσεις, εξελίξεις αλλά και αντιπαραθέσεις σε όλα τα επίπεδα της ζωής κι έχει περιγράψει με τρόπο εξαιρετικό πράγματα και καταστάσεις που αφορούν τόσο την κοινωνία όσο και την πολιτική των καιρών εκείνων. Ο αναγνώστης διαπιστώνει πως μέσα από την ρέουσα γραφή του Κώστα Δέδε θα συναντήσει στοιχεία όχι μόνο λογοτεχνικά αλλά και πολιτισμικά, λαογραφικά, ηθικά, θα δει να ξεπηδά ανάγλυφα το σκοτεινό πρόσωπο της πολιτικής που καθορίζει αλλά και καθορίζεται ακόμα κι από τις ανάγκες και τις συνήθειες του υπόκοσμου, θα βρεθεί αντιμέτωπος με διλήμματα που τίθενται από ετερόκλητα στοιχεία που εκπροσωπούνται από τους πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος και δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη μόνο την εν λόγω εποχή.
Θα τολμούσαμε να χαρακτηρίσουμε το βιβλίο αυτό ρομαντικό, όχι γιατί θα συναντήσει κανείς έντονα στοιχεία ρομαντισμού μέσα σ’ αυτό ούτε βεβαίως γιατί περιγράφει μια εποχή που έχει παρέλθει και ως τέτοια ίσως την έχουμε καταχωρήσει στο μυαλό μας έχοντας αμβλύνει τα όποια αρνητικά της στοιχεία, αλλά γιατί μπαίνοντας ο Κώστας Δέδες πολύ βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή αφήνει να διαφανεί πως όσες δυσκολίες κι αν υπάρχουν, όσα δεινά κι αν περάσει η κανείς, κάπου υπάρχει αυτό το περίφημο «πουλί της φαντασίας» που μιλάει μέσα στον άνθρωπο και δεν τον αφήνει ποτέ να χαθεί. Τούτο, μαζί με την -τεχνηέντως θαρρούμε- απλή γλώσσα του συγγραφέα που ρέει ασταμάτητα από την πρώτη σελίδα μέχρι την τελευταία λέξη και σε συνδυασμό με μια σωστά δομημένη ιστορία που εξελίσσεται ομαλά με όλες τις εκπλήξεις που κρύβει, κάνει τον αναγνώστη να μην μπορεί να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του. Θεωρούμε πως πρόκειται για ένα από εκείνα τα μυθιστορήματα στα οποία η ατμόσφαιρα της εποχής, οι ρεαλιστικοί χαρακτήρες, η πλοκή αλλά και όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την κοινωνία, από τις διαπροσωπικές σχέσεις μέχρι την πολιτική, είναι τόσο καλοδουλεμένα που δίνουν ένα σύνολο το οποίο χωρίς δεύτερη σκέψη χαρακτηρίζεται εξαιρετικό. Ο Κώστας Δέδες και οι εκδόσεις ΣΤΙΞΙΣ έχουν δημιουργήσει πραγματικά ένα βιβλίο το οποίο κοσμεί τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία κι αυτό αληθινά τους περιποιεί τιμή!