Αν κάποιος ζητήσει να πληροφορηθεί για το πώς όλες αυτές οι ‘δωρεάν’ υπηρεσίες που παρέχονται στο διαδίκτυο όχι μόνο καταφέρνουν να συντηρούνται αλλά να αποκομίζουν δισεκατομμύρια σε κέρδη, είναι σίγουρο πως τελικά θα καταλήξει στο εξής συμπέρασμα – γεγονός: Οι προτιμήσεις των πολιτών – χρηστών των υπηρεσιών αυτών καταγράφονται, καταχωρίζονται και ταξινομούνται και στο τέλος γίνονται αντικείμενο και προϊόν προς πώληση σε μια σειρά εταιρειών κυρίως για διαφημιστικούς λόγους (και όχι μόνο). Την ίδια λοιπόν στιγμή που ο πολίτης καθοδηγούμενος μάλλον από μια κακώς νοούμενη ματαιοδοξία δεν διστάζει να κοινοποιήσει σε ένα απροσδιόριστο ηλεκτρονικό κοινό κάθε του ενέργεια, κάθε του δράση και κάθε του προτίμηση, αγνοώντας ή/και αδιαφορώντας ενδεχομένως για την προστασία της ιδιωτικότητάς του, καθιστώντας εαυτόν ‘υπερκοινωνικοποιημένο’, αν ο όρος είναι δόκιμος, ενώ ταυτόχρονα -κι αυτό είναι το παράδοξο- απορρίπτει την in vivo[1] κοινωνική ζωή! Τούτο στις μέρες μας είναι ένα γενικό φαινόμενο και το ισχυριζόμαστε χωρίς να υπερβάλουμε ενώ προς επίρρωση των σκέψεών μας θα μπορούσαμε να παραθέσουμε σειρά γεγονότων που έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και διαβιούμε σήμερα, όπως για παράδειγμα το γεγονός πως έχουμε από καιρό σταματήσει τις επισκέψεις σε φιλικά σπίτια, η συμμετοχή σε κοινωνικούς φορείς (συλλόγους, σωματεία κλπ.) είναι μικρή, πολιτικοί φορείς και κόμματα δεν έχουν πια οργανώσεις σε τοπικό επίπεδο κλπ. Ζούμε άραγε στην εποχή της in vitro κοινωνικοποίησης του ανθρώπου;
Διατυπώνοντας τη σκέψη πως κοινωνικοποιούμε την ιδιωτικότητα μας την ίδια στιγμή που ιδιωτικοποιούμε την κοινωνία κλείνοντάς την μέσα σε πεπερασμένα ηλεκτρονικά όρια, απέχουμε άραγε πολύ από την πραγματικότητα; Οι συλλογικές δράσεις που απαιτούν τη συμμετοχή των πολιτών και διακρίνονται από εξωστρέφεια (εκείνες δηλαδή που δεν γίνονται εν κρυπτώ και πίσω από κλειστές πόρτες) είναι στη σύγχρονη εποχή αριθμητικά και ποιοτικά ίδιες με εκείνες του παρελθόντος; Θα έλεγε κανείς πως είναι πια κανόνας να απομυζούμε την ενέργεια της κοινωνίας απέχοντας από συλλογικές δραστηριότητες αφήνοντας «τους άλλους» να λύσουν προβλήματα, να αποφασίσουν ή ακόμα και να διαχειριστούν θέματα σοβαρά όπως το ίδιο το μέλλον. Εύλογα λοιπόν, ο πολίτης ρωτά: Θέλουμε πραγματικά την κοινωνία που ζούμε; Εργαζόμαστε γι’ αυτή ή απλώς έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας μια ιδανική εικόνα που θα θέλαμε να υπάρχει ως κοινωνία αδιαφορώντας εν τοις πράγμασι για τα κοινά; Η κοινωνική ιστορία που κυοφορείται σήμερα έχει νόημα; Οι ιδεολογίες έχουν βάρος στο θυμικό των ανθρώπων κατά τη λήψη αποφάσεων ή απλώς περιορίζονται σε θεωρητικό επίπεδο από όσους πια ασχολούνται με αυτές; Κουλτούρα υπάρχει ή μήπως κι αυτή η ανθρώπινη ανάγκη εξυπηρετείται πια από εκείνους που αυτοπροσδιοριζονται ως άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης και με τη στήριξη μηχανισμών προώθησης των ΜΜΕ και των κοινωνικών δικτύων πλασάρονται ως γνήσιοι καλλιτέχνες κλπ.; Τελικά, θέλει ο πολίτης την κοινωνία που ζει, πράττει υπέρ αυτής ή απλώς ‘υπάρχει’ μέσα της αναγκαστικά επειδή έχει τη δυνατότητα της σκέψης;
Ο άνθρωπος είναι ‘φύσει πολιτικὸν ζῷον’ κατά τον Αριστοτέλη, αλλιώς θα ήταν ή θηρίο ή θεός. Η ορμή προς κοινωνικοποίηση οδήγησε στο φυσικό εκείνο δημιούργημα που καλείται πόλη εντός της οποίας ο άνθρωπος μετουσιώνεται σε πολίτη, με την προϋπόθεση βέβαια πως για να δρέψει τους καρπούς των ευκαιριών που η οργανωμένη πολιτεία του παρέχει, πρέπει να παρέχει κι εκείνος ευκαιρίες στους συν-πολίτες του μέσα από τη συμμετοχή και τη συλλογική δράση. Στη σύγχρονη εποχή, η συμμετοχή στα κοινά δια ζώσης από την πλειοψηφία των πολιτών τείνει να εκλείψει και μοιάζει να έχει αντικατασταθεί με την ψηφιακή κι άυλη παρουσία εντός των ηλεκτρονικών οδών επικοινωνίας, μέσα στις οποίες όμως δεν υπάρχει νύχτα ή μέρα, δεν υπάρχει κρύο ή ζέστη, δεν υπάρχει η παρέα γύρω από ένα τραπέζι που γελά κι αλληλεπιδρά ο ένας φίλος με τον άλλο, δεν υπάρχει το άγγιγμα της σάρκας ή η μυρωδιά του αρώματος, όπως δεν υπάρχει η βροχή ούτε ο αέρας που χάλασε το παγκάκι στην πλατεία απέναντι και πρέπει η γειτονιά και ο Δήμος να ενδιαφερθεί για να το φτιάξει. Ο κόσμος της κοινωνίας των ‘κοινωνικών δικτύων’ δεν επιτρέπει στις αισθήσεις, εκτός από την όραση κι ενδεχομένως την ακοή, να γεμίσει το μυαλό του ανθρώπου με εμπειρίες, ο οποίος σιγά σιγά θεωρούμε πως χάνει την ιδιότητα του αληθινού ‘πολίτη’. Στην εποχή μας, ίσως μονάχα οι πολιτικοί να διατηρούν αμιγώς το προνόμιο του πολίτη μιας και ‘συνδιαλέγονται’ διαρκώς και αδιαλείπτως με την κοινωνία, για τους δικούς τους λόγους βεβαίως. Κι αν ο αντίλογος σ’ αυτό μνημονεύσει όλους εκείνους που ενίοτε σηκώνονται από τον καναπέ κι αποσυνδέονται από το wifi για να διαμαρτυρηθούν σε κάποια πλατεία, το αντεπιχείρημα της εκτόνωσης από την καθημερινότητα ίσως αρκεί για να δώσει μια πειστική απάντηση.
Παρατηρούμε λοιπόν το παράδοξο φαινόμενο της υπερκοινωνικοποίησης της ζωής και των δραστηριοτήτων των ανθρώπων σε επίπεδο ηλεκτρονικό και ταυτόχρονα μια απόρριψη της ίδιας της κοινωνικής ζωής που αποτελεί το θεμέλιο λίθο πάνω στον οποίο έχει χτιστεί ο πολιτισμός μας! Τούτο είναι σχεδόν βέβαιο πως θα οδηγήσει την ίδια την κοινωνία σε απαξίωση και θα τη οδηγήσει σε αποσάθρωση με ενδεχόμενο κάποιοι να σπεύσουν να το εκμεταλλευτούν αυτό και να οδηγηθούμε σε μια νέου τύπου ολιγαρχία. Εν ολίγοις, ίσως ένα μόνο ερώτημα μένει να θέσουμε στον εαυτό μας: Μας αρέσει η ηλεκτρονική (και ιδανική στο μυαλό μας) κοινωνία που ζούμε ή θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τη στάση μας απέναντι στο φίλο, στο γνωστό, στον γείτονα; Ή, ίσως πιο απλά, πότε θα γίνει η επόμενη ατομική μας επανάσταση;
–
[1] in vivo: Αποδίδεται στα ελληνικά “εν ζωή”, σε αντίθεση με το in vitro που κατά κυριολεξία σημαίνει μέσα στο γυαλί, δηλαδή μέσα σε δοκιμαστικό σωλήνα και είναι όρος επιστημονικός