Η Δημοκρατία δεν είναι απλώς μια χρηστική κοσμοθεωρία που ενεργεί εργαλειακά σε πολιτικό και πολιτειακό επίπεδο, αντίθετα, είναι ένας σημαντικός δημιουργός ανθρωποκεντρικών θεσμών και αξιών, έστω κι αν ενίοτε αυτές είναι φθαρτές στο διάβα του χρόνου. Είναι επίσης, ένας από τους σπουδαιότερους καταλύτες που μετουσιώνουν τον ατομικό ανθρώπινο βίο σε έλλογη κοινωνική συνύπαρξη καθιστώντας τη ζωή και την καθημερινότητα προνόμιο και όχι αιτιοκρατικό άχθος. Στην καρδιά τής Δημοκρατίας βρίσκεται η δυναμική της πλειοψηφίας, η οποία πάντοτε οφείλει να σέβεται τη μειοψηφία, τη διαφορετική και την αντίθετη γνώμη. Όχι λογιστικά αλλά ουσιαστικά. Όχι με ηθικολογίες που λανσάρονται ως θέσφατα αλλά με ενσυναίσθηση. Όχι με κοινοτοπίες και κενολογίες αλλά με εφαρμόσιμο ρεαλισμό. Καμία απολύτως, άλλωστε, ισοπεδωτική και εγωτική λογική που χαρακτηρίζει συλλήβδην ανθρώπους ως ξένα σώματα μέσα στον κοινωνικό ιστό λόγω των πεποιθήσεων ή των επιλογών τους, δεν μπορεί να βρίσκει πρακτική εφαρμογή εντός του δημοκρατικού γίγνεσθαι.
Η Δημοκρατία αν και δεν είναι αυτονόητη, οφείλει εξ ορισμού να σέβεται τα αυτονόητα. Να διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια, την ελευθερία, την ισότητα, την αλληλεγγύη και τη δικαιοσύνη. Στην τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα όμως, στην οποία εσχάτως η δημόσια συζήτηση έχει επικεντρωθεί στο επικείμενο σχέδιο νόμου για το γάμο ομόφυλων πολιτών, η πολιτική διαστρέφει σε σημείο παρακμιακό τη Δημοκρατία σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να πείσει, όχι τους πολίτες αλλά ένα συγκεκριμένο τμήμα του άκρου του εκλογικού σώματος, ότι τα αυτονόητα είναι… ανόητα! Ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορούν να διασφαλίζονται à la carte και όχι καθολικά στο σύνολο των πολιτών. Ο σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και το δικαίωμα του γάμου των ανθρώπων εκείνων που επιθυμούν τον ενσυνείδητο βίο τους πολύτιμα να τον διαβούν με έναν ομόφυλο συνάνθρωπό τους, έχει αναχθεί σε ένα εγωιστικό και ταυτόχρονα εξόχως χρησιμοθηρικό πολιτικό εργαλείο. Προμηθεύοντας όμως, μέσα από την παραληρηματική οίησή τους κάποιοι πολιτικοί, την κοινωνική συνείδηση με αυθαίρετες αμοραλιστικές διαπιστώσεις, προμηθεύουν ταυτόχρονα και απροκάλυπτα την κοινωνία με επικίνδυνο υλικό απανθρωπιάς και ρατσισμού.
Η στάθμη της κατά κεφαλήν καλλιέργειας καθορίζει και το συλλογικό κοινωνικό επίπεδο πολιτισμού. Σημαντικότατη δε, είναι η κατά κεφαλήν καλλιέργεια του πολιτικού προσωπικού, η οποία εν πολλοίς ρυθμίζει την Ιστορία του τόπου. Η περιθωριοποίηση, η περιστολή ελευθεριών και η στέρηση αυτονόητων δικαιωμάτων έστω και σε έναν πολίτη της χώρας, πολύ δε περισσότερο σε ολόκληρες κοινωνικές ομάδες, δεν φανερώνει τίποτα άλλο παρά την παντελή έλλειψη ενσυναίσθησης των πολιτικών εκείνων που δε θέλουν ή δε διαθέτουν την ικανότητα αναγνώρισης της ετερότητας ως μιας αδιαπραγμάτευτης και υπαρκτής πραγματικότητας, την οποία ουδείς δικαιούται να τη θέσει σε κάποιο μειονεκτικό κοινωνικό παρασκήνιο. Η μοναδικότητα του καθενός άλλωστε πρέπει να είναι αυτονόητα κοινωνούμενη, ως ύπαρξη και ως προσωπικότητα, χωρίς εκπτώσεις και με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις μέσα στην πολιτεία των ανθρώπων. Η Δημοκρατία δεν μπορεί να είναι ούτε επιφανειακή ούτε προσχηματική, ούτε να έχει διαφορετικό ειδικό βάρος για κάποιους και για άλλους όχι, ούτε να στερεί δικαιώματα από κανένα πολίτη, όποια κι αν είναι η ετερότητά του σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες. Είναι σημαντικό οι δημοκρατικοί θεσμοί που ρυθμίζουν τους κανόνες της συνύπαρξης να λειτουργούν ανθρωποκεντρικά και κοινωνιοκεντρικά, απαλλαγμένοι από τον ατομικό ωφελισμό τού πολιτικού προσωπικού που τους διοικεί και το οποίο ενδογενώς φέρει το φόβο απέναντι στην απώλεια της εξουσίας λόγω του πολιτικού κόστους. Εκεί ακριβώς ίσως να βρίσκεται το νόημα αλλά και το μη-νόημα της Δημοκρατίας. Έστω κι αν ορισμένοι πολιτικοί δεν το κατανοούν αυτό ή απλώς δεν αντέχουν πολλή πραγματικότητα!