Η έννοια του πολιτισμού λεξιλογικά έχει διάφορες ερμηνείες, από το σύνολο των κατά τόπο και χρόνο επιτευγμάτων τού πνεύματος μέχρι τον τρόπο της συμπεριφοράς των ανθρώπων στις κοινωνικές μεταξύ τους σχέσεις. Εν τοις πράγμασι όμως, ο πολιτισμός είναι ένα αξιακό σύστημα το οποίο προϋποθέτει ύπαρξη και αλληλεπίδραση στο πλαίσιο της κοινωνίας και το οποίο δημιουργείται πάντοτε από μια ανάγκη. Η κοινώς αποδεκτή, ή έστω κατά το πλείστο αποδεκτή αυτή ανάγκη ενεργεί ως γενεσιουργός δύναμη ορισμού αλλά και καθορισμού των συνειδησιακών προτεραιοτήτων των πολιτών, οι οποίοι στη συνέχεια και στη βάση αυτής της ανάγκης, διαμορφώνουν τον πολιτισμό τους τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και στο συγκεκριμένο τόπο. Οι Αθηναίοι, για παράδειγμα, όπως προκύπτει από τα αρχαιολογικά ευρήματα, είχαν οικίες λιτές γιατί το ενδιαφέρον και η πρώτη τους ανάγκη δεν ήταν το ιδιωτικό τους σπίτι αλλά οι υποθέσεις των κοινών, η αγορά τους, ο τόπος στον οποίο συνδιαλέγονταν και συ-ζούσαν την καθημερινότητά τους, γι’ αυτό προφανώς και δημιούργησαν την πόλη και τον πολιτισμό της Δημοκρατίας.
Στις μέρες μας, είναι κοινή διαπίστωση ότι η πρωταρχική ανάγκη της πλειοψηφίας των πολιτών είναι η εξασφάλιση αγοραστικής και καταναλωτικής επάρκειας, γι’ αυτό και προφανώς ο σημερινός μας πολιτισμός έχει οικοδομηθεί και άρχεται από την οικονομία και τους διαχειριστές της. Προκύπτει λοιπόν ένα σημαντικό ερώτημα για την ίδια την οντολογική υπόσταση του πολιτισμού μας σήμερα, το οποίο θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: Είναι ικανή η ατομική εμπειρία τής οικονομικής επάρκειας και της καταναλωτικής ικανότητας να οδηγήσει τη σημερινή κοινωνία στη δημιουργία ενός συλλογικού κοινωνικού μετασχηματισμού με θετικά στοιχεία προόδου, ενδεχομένως και αναγέννησης, για το μέλλον των πολιτών και των κοινωνιών τους; Η σύλληψη της απάντησης θα πρέπει να ξεκινήσει πρωταρχικά από την πιστοποίηση της διαφοράς του να κυβερνιέται στην πράξη ένας λαός κι ένας τόπος από την πολιτική ή από την οικονομία. Όταν η συναίσθηση του διακυβεύματος της διαχείρισης των κοινών υποθέσεων μιας κοινωνίας δεν αποτελεί ένα από τα πρώτιστα και σημαντικότερα συνειδησιακά κριτήρια ζωής για τον πολίτη, είναι σχεδόν αδύνατο αυτός να μπορέσει να αντιληφθεί τις θεμελιακές του υποχρεώσεις απέναντι στην κοινωνία που ζει. Αντίθετα, η προσήλωση στις ανάγκες ικανοποίησης της ατομικότητάς του τον εντάσσει a priori σε μια κατάσταση αυτονόμησης της ύπαρξης και του εαυτού του από την κοινωνία. Πώς λοιπόν ο πολίτης αυτός θα μπορέσει να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις και να καταστεί δύναμη κοινωνικής αλλαγής προς το καλύτερο;
Η πολιτική στις μέρες μας έχει χωνευτεί από την οικονομία έχοντας ταυτόχρονα εκτρέψει την εξελεγκτική πορεία του ανθρώπου, του ‘ζώου λόγου έχοντος’, από τη δημιουργία της πόλης και του πολιτισμού, στον υλισμό και στην κοσμοθεωρία του ‘είμαστε ό,τι μπορούμε να αγοράσουμε’. Είναι φανερό λοιπόν ότι η συνείδηση του καθενός μας δεν είναι μονάχα ατομική μας υπόθεση από τη στιγμή μάλιστα που αυτή καθορίζει τις πρωταρχικές μας ανάγκες, το άθροισμα των οποίων παράγει τον Πολιτισμό του βίου και της κοινωνίας μας. Υπάρχει θεραπεία; Αν δεν κατοχυρώσουμε την αλήθεια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ως σημαντική και ύψιστη υπαρκτική προτεραιότητα και με βάση αυτή να σχηματοποιούνται και να παράγονται οι πολιτικές αποφάσεις, τότε πιθανόν ο πολιτισμός των επόμενων γενεών να περιορίζεται στην ανάμνηση των κοινωνικών θεσμών που κάποτε υπήρχαν, στην αναζήτηση ευκαιριακής εργασίας αν και όπου αυτή υπάρχει και με τους δυσμενείς όρους που πιθανόν να προσφέρεται αλλά και μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον αφιλόξενο για τους ανθρώπους και τα όνειρά τους. Εν ολίγοις, η προτεραιοποίηση των αναγκών μας σήμερα και όχι οι προθέσεις μας για το αύριο είναι αυτές που καθορίζουν τον Πολιτισμό που θα κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας. Άραγε, το έχουμε κατανοήσει αυτό;