Στην ατμόσφαιρα της Ευρώπης είναι διάχυτη πια η αίσθηση πως η ευτυχία φεύγει! Η ευτυχία που οικοδομήθηκε με δύσκολους κι επίπονους κοινωνικούς αγώνες τον προηγούμενο αιώνα και τώρα πια μοιάζει σαν ένα μικρό σημείο στον μακρινό ορίζοντα των γεγονότων. Η δασκάλα των πολιτισμών Ευρώπη έχει χάσει το βηματισμό της κι έχει ξεχάσει την ιστορία της. Μοιάζει σχεδόν πως αδημονεί να ξεκινήσει μια παράλογη κι αχρείαστη πορεία σε μια προαναγγελθείσα από χρόνια καταστροφή! Πως επιθυμεί κραυγές νεκρών για να την ξυπνήσουν και φωτιές καταστροφής για να φωτίσουν τον αβέβαιο βηματισμό της στο μέλλον. Η νίκη του Μακρόν στις χθεσινές προεδρικές εκλογές στη Γαλλία ήταν στην πραγματικότητα μια μεγάλη ήττα για την ιστορία της Ευρώπης, η οποία επέτρεψε στην ακροδεξιά να σημειώσει ένα τόσο μεγάλο ποσοστό επιδοκιμασίας στο πρόσωπο της κυρίας Λεπέν. Το σοβαρότερο πρόβλημα του Γάλλου Προέδρου, ο οποίος εκ της θέσης του κουβαλάει στις πλάτες του τη βαριά ιστορία της Γαλλίας των επαναστάσεων, της ισότητας και της αδερφοσύνης, δεν είναι ούτε η αντιμετώπιση της κρίσης ακρίβειας, ούτε οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου που θα σίγουρα θα κρίνουν το πολιτικό μέλλον της χώρας του. Είναι κυρίως το γεγονός ότι πρώτος αυτός θα πρέπει να πολεμήσει την εξόχως επικίνδυνη και διαρκώς αυξανόμενη αντίληψη των πολιτών ολόκληρης της Γηραιάς Ηπείρου ότι το θηρίο της ακροδεξιάς αλλά και όλων των άκρων της πολιτικής μπορεί να αποτελέσει πολιτική επιλογή στην πραγματικότητα του εικοστού πρώτου αιώνα.
Οι εκλογές στη Γαλλία ομοίαζαν σχεδόν με αναμονή θανάτου. Θανάτου της Δημοκρατίας που έμοιαζε ανήμπορη να αντισταθεί απέναντι στον ανορθολογισμό του σωβινισμού και μιας στοχευμένης κι επιτηδευμένης ρητορικής διαχωρισμών που τόσο έχουν πληγώσει την Ευρώπη κατά το παρελθόν. Το ερώτημα παραμένει: Κέρδισε ο Μακρόν επειδή οι Γάλλοι ήξεραν τι αποτέλεσμα θέλουν για τη χώρα τους την επόμενη ημέρα μετά τις εκλογές ή επειδή ήξεραν τι δε θέλουν; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι κρίσιμη καθόσον στη δεύτερη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια σαφή ανεπάρκεια πολιτικής η οποία δίνει πολύτιμο και ζωτικό χώρο αμφισβήτησης της ίδιας της Δημοκρατίας. Και τούτο, διότι επιτρέπει να εκπέμπουν γοητεία τα άκρα τού πολιτικού φάσματος επειδή απλώς η ανεπάρκεια άσκησης πολιτικής και διαχείρισης των κοινών δεν ελέγχεται πια ουσιαστικά από τις λίγο- πολύ αποπολιτικοποιημένες και κουρασμένες από τα οικονομικά σκαμπανεβάσματα κοινωνίες.
Η ευτυχία πράγματι δεν είναι πια δικιά μας. Ως πολίτες έχουμε βεβαίως ευθύνη διότι έχουμε επιτρέψει ερασιτεχνισμούς να εισχωρήσουν μέσα στην ιερότητα της πολιτικής. Ταυτόχρονα, μέσα από τις διαρκώς αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες, τις οποίες επιτείνει περαιτέρω το κύμα της έντονης ακρίβειας, αλλά και του πισωγυρίσματος σε προηγούμενες δεκαετίες των δεικτών της παγκόσμιας ανάπτυξης, είναι περίπου μια βεβαιότητα πως η ακροδεξιά μοιάζει για τους πληγωμένους ευρωπαίους μια κάποια λύσις! Καβαφική μεν, στην οποία όμως οι βάρβαροι όντως υπάρχουν κι έρχονται ως πρόταση χρηστής διακυβέρνησης και ως λύση απέναντι στα προβλήματα που διαρκώς συσσωρεύονται επειδή μάλλον η πολιτική δεν μπορεί να δώσει πια τροφή στα όνειρα των ευρωπαίων. Τα όνειρα που έρχονται και φεύγουν σαν τα καράβια, αυτά που αρμενίζουν στην καρδιά. Τους ευρωπαίους όμως, αντί να τους διδάξουν να φοβούνται το θηρίο, τους δίδαξαν να φοβούνται τη θάλασσα γι’ αυτό και φοβούνται και τα καράβια και κρατούν τα όνειρά τους γερά δεμένα στις αποβάθρες των ταξιδιών που δεν θα ξεκινήσουν ποτέ. Άραγε, με τόση γνώση και τόση σπουδή σωρευμένη στις βιβλιοθήκες τής σκέψης, δεν βαρεθήκαμε ακόμα την επανάληψη της Ιστορίας που λίγο απέχει από το να γίνει ξανά μια επικίνδυνη πραγματικότητα;