Μπροστά στις αδηφάγες φλόγες που τα τελευταία χρόνια καταστρέφουν αδιακρίτως κάθε καλοκαίρι τα δασικά οικοσυστήματα της χώρας, ο δημόσιος διάλογος παραμένει ανούσιος, επιδεικτικά αντιεπιστημονικός, εξόχως παραπλανητικός και κυρίως αφελής! ‘Χρειαζόμαστε περισσότερα εναέρια μέσα πυρόσβεσης και περισσότερους άντρες στην Πυροσβεστική Υπηρεσία’, ισχυρίζονται οι «ειδήμονες» των μέσων ενημέρωσης και των κοινωνικών δικτύων και συνεπικουρεί προς την κατεύθυνση αυτή και μια μερίδα πολιτικών. Η ανεπιτήδευτη πραγματικότητα όμως απέχει παρασάγγας από αυτή την εντελώς εσφαλμένη και ατεκμηρίωτη επιχειρηματολογία, η οποία προωθείται τεχνηέντως προς τους πολίτες προκειμένου εκείνοι, ως καταναλωτές ψευδών ειδήσεων, να μεταβολίσουν την εσφαλμένη πληροφόρηση σε επιτακτική προσταγή κατασπατάλησης των κρατικών αλλά και των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων σε αγορά αχρείαστου πυροσβεστικού εξοπλισμού. Μια ανάλυση κόστους – οφέλους αυτής της πρακτικής είναι καταδικασμένη να αποτύχει a priori καθόσον δεν λαμβάνει υπ’ όψη της το σημαντικότερο παράγοντα αποσόβησης των δασικών πυρκαγιών, την πρόληψή τους!
Η επιστημονική γνώση δεν μπορεί ούτε να σχετικοποιείται ούτε να υπόκειται σε εκπτώσεις ή παραδοχές. Η επιστήμη της Δασολογίας είναι αυτή που αφενός θα πρέπει να εκπονήσει όλα τα σχέδια πυροπροστασίας των δασικών οικοσυστημάτων και αφετέρου θα έχει προετοιμάσει τα οικοσυστήματα αυτά, μέσα από την εφαρμογή διαχειριστικών σχεδίων, ακόμα και για την αντιμετώπιση του ενδεχομένου μιας πυρκαγιάς. Ένα δάσος το οποίο είναι επιστημονικά διαχειριζόμενο, είναι εξόχως δύσκολο να παραδοθεί στις φλόγες με τον εφιαλτικά καταστροφικό τρόπο με τον οποίο τα τελευταία χρόνια οι φωτιές τα υποτάσσουν. Δασική διαχείριση σημαίνει σειρά προγραμματισμένων παρεμβάσεων, υλοτομίες για την παραγωγή τεχνικής ξυλείας αλλά και αναγέννησης του δάσους, καθαρισμοί και απομάκρυνση της περιττής βιομάζας, δασική οδοποιία, διευθέτηση των ορεινών υδάτων κλπ. Αλλά, προκειμένου να γίνουν όλα αυτά μια κανονιστική πραγματικότητα αφενός για να υπάρξει αξιοποίηση και ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων και αφετέρου για να ελαχιστοποιείται κάθε δυνατότητα καταστροφής από πυρκαγιές, θα πρέπει οι δασικές υπηρεσίες να λειτουργούν με επαρκές προσωπικό, κυρίως επιστημονικό. Δυστυχώς όμως, η πλατεία Συντάγματος στο κέντρο των Αθηνών έχει διαφορετική άποψη! Έχει αποψιλώσει τα Δασαρχεία από επιστημονικό προσωπικό, στο οποίο μάλιστα έχοντας αναθέσει κυρίως γραφειοκρατικό έργο την τελευταία εικοσαετία απομακρύνοντάς το από το πραγματικό και χρηστικό του έργο, έχει εν τοις πράγμασι αφήσει στην τύχη τους τα δάση της Ελλάδας. Δυστυχώς, το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα είναι πρωτίστως πρόβλημα λανθασμένης πολιτικής αντίληψης.
Τα εξόχως δαπανηρά εναέρια μέσα πυρόσβεσης είναι ικανά μόνο να επιβραδύνουν την εξέλιξη μιας φωτιάς, όχι να τη σβήσουν, ο Πυροσβέστης και μόνο αυτός τη σβήνει! Δυστυχώς όμως, με τον τρόπο με τον οποίο έγινε η μεταβίβαση της αρμοδιότητας της πυρόσβεσης των δασικών πυρκαγιών στο Πυροσβεστικό Σώμα, αυτό έχασε τη συσσωρευμένη εμπειρία δεκαετιών στον τομέα της αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών αφού αποκλείστηκε η συμμετοχή των πολύπειρων μέχρι τότε δασικών υπαλλήλων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η ξεχασμένη τεχνική του αντιπύρ (https://el.wikipedia.org/wiki/Αντιπύρ), η οποία κατά το παρελθόν είχε αποτελέσει ένα από τα πλεόν αποδοτικά εργαλεία πυρόσβεσης. Η ελληνική πολιτεία πρέπει να κατανοήσει ότι ο ουσιαστικότερος και αποδοτικότερος πυροσβεστικός εξοπλισμός είναι το επιστημονικό προσωπικό των Δασαρχείων και μαζί με αυτούς οι ρητινοσυλλέκτες, οι μελισσοκόμοι και οι κτηνοτρόφοι, όλοι εκείνοι δηλαδή που είτε διαχειρίζονται το δάσος είτε ζουν από αυτό και το φροντίζουν όπως φροντίζουν το ίδιο τους το σπίτι. Για να μην καταστρέφονται τα δάση μας από τις πυρκαγιές χρειαζόμαστε ανθρώπους μέσα σ’ αυτά, δεν χρειαζόμαστε πυροσβεστικά αεροπλάνα!