Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου
Ο διάλογος και το χιούμορ στη διδασκαλία
–
Κείμενο 1
Ο διάλογος –είτε προέρχεται από ένα πρόσωπο είτε από περισσότερα– ασκεί στην ψυχή του ακροατή έντονη παιδευτική επίδραση, όπως άλλωστε όλα τα συνταρακτικά συμβάντα. Αυτός –σε αντίθεση με το μονόλογο, που είναι πολλές φορές ανιαρός, πληκτικός και μονότονος– διακρίνεται για την ευλυγισία, την πολλαπλότητα, τη ζωντάνια και τις αντιθέσεις, ώστε να δίνει μια πιο αληθινή εικόνα του κόσμου, με ζωηρότερα χρώματα. Έτσι διατηρεί αδιάπτωτο το ενδιαφέρον των ακροατών. Η κατανόηση της αλήθειας αυτής συνετέλεσε, ώστε να δίνεται κατά τη διδασκαλία μεγαλύτερη βαρύτητα στο διάλογο παρά στο μονόλογο. Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, καθίσταται όλο και περισσότερο αισθητή η αναγκαιότητά του προς αποδοτικότερη και ουσιαστικότερη μάθηση.
Παιδεία, κατά τον Πλάτωνα, είναι η «ολκή» (=έλξη, τράβηγμα) και η αγωγή των παιδιών προς τον «ορθό λόγο». Αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα και ευκολότερα με τη συμμετοχή και τη συνεργασία του μαθητευόμενου στο παιδευτικό έργο, επειδή το ενδιαφέρον διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, οι δε νοητικές και ψυχικές δυνάμεις των μετεχόντων σ’ αυτόν βρίσκονται σε συνεχή εγρήγορση. Ο μαθητής, συνεπώς, δεν παραμένει παθητικός δέκτης μιας ψυχρής μετάδοσης έτοιμων γνώσεων, αλλά και ο ίδιος ζητάει να βρει την αλήθεια, με το να ερευνά, να εξετάζει, να ερωτά και να ελέγχει. Βρίσκεται γενικά σε διαλεκτική μάχη συχνών εναλλαγών επίθεσης και άμυνας, με αποτέλεσμα να σημειώνεται πνευματική ανύψωση και ψυχική καλλιέργεια. Με τον τρόπο αυτό, ο διάλογος αποκτά ένα δραματικό στοιχείο, αφού τα δρώντα πρόσωπα δοκιμάζουν μια διαλεκτική περιπέτεια, ανάλογη με εκείνη των ηρώων της τραγωδίας, η οποία συνίσταται, κατά τον Αριστοτέλη, σε μεταβολή στο αντίθετο των «πραττομένων». Η περιπέτεια των προσώπων του διαλόγου έγκειται στην αμηχανία, στην οποία αυτά περιπίπτουν με τον ειρωνικό Σωκρατικό έλεγχο. Έτσι η παιδεία καθίσταται μια τάση, που διαπερνά όλο τον ανθρώπινο βίο.
Ενώ αντικείμενο της τραγωδίας είναι τα σοβαρά και τα σπουδαία, της κωμωδίας είναι τα γελοία. Οι μορφές αυτές του δράματος βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους. Δεν είναι όμως δυνατόν να αποκτήσει κανείς πλήρη γνώση του ενός, χωρίς να γνωρίζει το άλλο. Στις αντιθετικές έννοιες, στις οποίες συγκαταλέγονται η τραγωδία και η κωμωδία, απαιτείται παράλληλη γνώση και των δύο. Από τη διαπίστωση αυτή ο Πλάτωνας συνάγει την αναγκαιότητα εκμάθησης εκείνων των «παιγνίων», που προκαλούν τον γέλωτα. (Το τρίτο είδος είναι το λεγόμενο σατυρικό δράμα). Τόσο η τραγωδία όσο και η κωμωδία έχουν διδακτικό σκοπό, αφού επιδιώκεται να δοθούν ορισμένα μηνύματα. Το ένα είναι αναγκαίο συμπλήρωμα του άλλου. Συστατικά στοιχεία του δράματος είναι ο διάλογος και η μίμηση. Αυτά ενυπάρχουν στο φιλοσοφικό έργο του Πλάτωνα, αφού ο ίδιος αποκαλεί την «πολιτεία» του, όπως είδαμε, μίμηση του άριστου βίου. Με την τραγωδία, την κωμωδία και το σατυρικό δράμα ολοκληρώνεται το δράμα της ζωής. Τα τρία αυτά ποιητικά είδη, τα οποία σε τελευταία ανάλυση γίνονται δύο, πραγματεύονται τα σπουδαία και τα γελοία, τα σοβαρά και τα αστεία. Αυτά, μεταφερόμενα στην εκπαίδευση, αποκαλούνται από τον Πλάτωνα «παιδιά» και «παιδεία», δηλαδή παιχνίδι και σπουδή. Ο Σωκράτης διαλεγόταν παίζοντας και σπουδάζοντας.
Η αναγκαιότητα και η χρησιμότητα του γέλιου, κατά τη μάθηση, τεκμηριώνονται από τον Πλάτωνα και κατ’ άλλο τρόπο. Υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι, επειδή οι παιδικές ψυχές δεν μπορούν να υποφέρουν για πολύ τη σοβαρότητα και την επιμέλεια, είναι ανάγκη να διανθίζεται το μάθημα με τραγούδια και αστεία. Αυτά δεν είναι αυτοσκοπός αλλά απλώς μέσον, προκειμένου να συντελεστεί η μάθηση ευκολότερα. Κάνει μάλιστα μια παρομοίωση του μαθητή με τον ασθενή. Όπως, δηλαδή, προσπαθούν να δώσουν στον άρρωστο το κατάλληλο φάρμακο με νόστιμα και γλυκά εδέσματα, ενώ ό,τι δεν επιτρέπεται να πάρει (πλην όμως τα επιθυμεί) του προσφέρεται με άνοστα φαγητά, έτσι και κατά τη διδασκαλία είναι απαραίτητο το γέλιο. Με τον τρόπο αυτό, τα παιδιά συνηθίζουν με ορθό τρόπο να ασπάζονται και να υιοθετούν τα καλά και να αποφεύγουν τα κακά. Αναπόσπαστο λοιπόν στοιχείο της παιδευτικής αξίας του διαλόγου, και συνεπώς συστατικό της διδασκαλίας, είναι και το λεγόμενο χιούμορ του δασκάλου, το οποίο θεωρείται ακόμα και σήμερα αναγκαίο για επιτυχή μάθηση, ώστε αποκαλείται παιδαγωγική αρετή. Κι αυτό, γιατί η χαρά και η λύπη είναι πρωταρχική αίσθηση και βασικό κριτήριο ενεργειών των παιδιών. Με βάση αυτές, δημιουργούνται η «αρετή» και η «κακία» στην παιδική ψυχή. Η κατάκτηση δε της αρετής ονομάζεται αληθινή παιδεία.
Κουμάκης Γεώργιος, «Διάλογος», Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΗΜΕΡΑ. Ελληνική Φιλοσοφική Εταιρεία. Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1994 (Διασκευή).
Κείμενο 2: Τέλος του καλοκαιριού V
Θα ‘θελα να μιλήσω μια φορά
λευτερωμένος από σκοπιμότητες κι αυτοδεσμεύσεις
να σου ‘λεγα –
μα από τα λόγια μου κρατάς μονάχα τη φωνή μου
απ’ τη φωνή μου μόνο τα χείλια μου
δεν βλέπεις τον δρόμο που ξεκινάει πριν από μας
που συνεχίζεται πέρα από μας…
Μάταιο να σου υποβάλλω ιδέες
όταν ακόμα τα κορμιά μας
έχουνε τη δική τους λογική.
Τίτος Πατρίκιος, Λυσιμελής πόθος, Εκδόσεις Κίχλη
ΘΕΜΑ Α
Να αποδώσετε σε 70-80 λέξεις το περιεχόμενο της δεύτερης παραγράφου του κειμένου.
Μονάδες 15
Ο γράφων παρουσιάζει τις απόψεις του Πλάτωνα για την παιδεία, την οποία όριζε ως καθοδήγηση των παιδιών στον ορθό λόγο. Ζητούμενο που υπηρετείται πληρέστερα με την ενεργητική συμμετοχή του εκπαιδευόμενου, εφόσον ενισχύεται το ενδιαφέρον του για το μάθημα και βρίσκεται σε νοητική εγρήγορση. Η συμμετοχή, μάλιστα, τον ωθεί να διερευνά, να ελέγχει και να θέτει ερωτήματα, λαμβάνοντας μέρος σε μια «διαλεκτική μάχη» που ενισχύει την καλλιέργειά του. Έτσι, ο διάλογος στην εκπαιδευτική διαδικασία οδηγεί τους μετέχοντες στην περιπέτεια, όταν περιέρχονται σε αμηχανία απέναντι στον έλεγχο μέσω ερωτήσεων.
ΘΕΜΑ Β
Β1. «… συστατικό της διδασκαλίας είναι και το λεγόμενο χιούμορ του δασκάλου, το οποίο θεωρείται ακόμα και σήμερα αναγκαίο για επιτυχή μάθηση, ώστε αποκαλείται παιδαγωγική αρετή»: Με θεματική περίοδο το παραπάνω απόσπασμα, να αναπτύξετε την άποψη που εκφράζεται σε αυτό, σε μία παράγραφο 100-120 λέξεων συνολικά.
Μονάδες 15
Συστατικό της διδασκαλίας είναι και το λεγόμενο χιούμορ του δασκάλου, το οποίο θεωρείται ακόμα και σήμερα αναγκαίο για επιτυχή μάθηση, ώστε αποκαλείται παιδαγωγική αρετή. Η διδασκαλία, άλλωστε, δεν αποτελεί μια μονοδιάστατη διαδικασία με μόνο στόχο τη μετάδοση γνώσεων, αλλά μια πιο απαιτητική εμπειρία, στο πλαίσιο της οποίας η αλληλεπίδραση με τους μαθητές οφείλει να αποκτά χαρακτήρα οικειότητας και εμπιστοσύνης. Υπ’ αυτό το πρίσμα, με το χιούμορ ο δάσκαλος επιτυγχάνει ποικίλες λειτουργίες, καθώς κεντρίζει το ενδιαφέρον των μαθητών, θέτει σε εγρήγορση τη σκέψη τους, αποφορτίζει την ένταση της συνεχούς προσοχής στο διδασκόμενο αντικείμενο, καθιστά το μάθημα πιο ευχάριστο και καλλιεργεί κλίμα οικειότητας με τους μαθητές τους. Ας μη λησμονούμε, μάλιστα, πως το χιούμορ λειτουργεί συχνά ως μέσο ενίσχυσης της αντίληψης των ανθρώπων, εφόσον τους ωθεί σε μια εναλλακτική ή και απρόσμενη θέαση της πραγματικότητας.
Β2.α. Να γράψετε δύο διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους αναπτύσσεται η τέταρτη παράγραφος του κειμένου («Η αναγκαιότητα και η χρησιμότητα του γέλιου … ονομάζεται αληθινή παιδεία») και να εξηγήσετε πώς ο κάθε τρόπος υπηρετεί νοηματικά την πρόθεση του γράφοντος. (μονάδες 8)
Στο πλαίσιο της τέταρτης παραγράφου αξιοποιούνται, μεταξύ άλλων, η αιτιολόγηση και η αναλογία. Ο γράφων αξιοποιεί την αιτιολόγηση («Κι αυτό, γιατί η χαρά και η λύπη είναι πρωταρχική αίσθηση…») προκειμένου να τεκμηριωθεί/αιτιολογηθεί η άποψη του Πλάτωνα -την οποία συμμερίζεται ο γράφων- πως το χιούμορ του δασκάλου αποτελεί αναγκαία συστατικό της διδασκαλίας. Με την επισήμανση της ιδιαίτερης σημασίας που έχει η χαρά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τα παιδιά τις ενέργειες και τη δράση του, καθίσταται σαφέστερη η αξία του χιούμορ στην εκπαιδευτική διαδικασία. Ο γράφων αξιοποιεί, επίσης, την αναλογία («Όπως, δηλαδή, προσπαθούν να δώσουν στον άρρωστο το κατάλληλο φάρμακο…») για να γίνει πληρέστερα κατανοητό το πώς το χιούμορ συνδέεται με τη διδασκαλία και πώς την καθιστά πιο αποτελεσματική. Όπως, δηλαδή, δίνεται στον άρρωστο το κατάλληλο φάρμακο συνοδευμένο με κάποιο νόστιμο τρόφιμο, έτσι και η κατάλληλη γνώση μεταδίδεται στα παιδιά πιο αποτελεσματικά, όταν το μάθημα διανθίζεται με χιούμορ και ευχάριστες για το παιδί εμπειρίες.
β. Να εντοπίσετε στη δεύτερη παράγραφο του κειμένου («Παιδεία, κατά τον Πλάτωνα, είναι … όλο τον ανθρώπινο βίο») δύο τρόπους με τους οποίους ο γράφων επιχειρεί να ενισχύσει την πειστικότητα του λόγου του. Ποιος τρόπος σας φαίνεται πιο αποτελεσματικός και γιατί; (μονάδες 7)
Μονάδες 15
Ο συγγραφέας επιχειρεί να ενισχύσει την πειστικότητα του λόγου του αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, επίκληση στην αυθεντία και χρήση μεταφορικού λόγου (επίκληση στο συναίσθημα). Ειδικότερα, στην αρχή της παραγράφου παραθέτει τον ορισμό της παιδείας, σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Ενώ, στη συνέχεια προκειμένου να τονίσει την αξία της ενεργούς συμμετοχής του μαθητή και τον ιδιαίτερο αντίκτυπο του διαλόγου καταφεύγει στη χρήση μεταφορικού λόγου («Βρίσκεται γενικά σε διαλεκτική μάχη συχνών εναλλαγών επίθεσης και άμυνας…»).
Τόσο η αναφορά στον Πλάτωνα, όσο και η παραστατική παρουσίαση της διαλεκτικής διαδικασίας ενισχύουν την πειστικότητα του λόγου. Προσωπικά, ωστόσο, θεωρώ πιο αποτελεσματική την εμφατική παρουσίαση του διαλόγου με τη χρήση μεταφορικού λόγου, διότι αποδίδει με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο τις συχνές εναλλαγές στο πλαίσιο μιας γόνιμης αντιπαράθεσης ανάμεσα στον μαθητή και το δάσκαλο, καθιστώντας εμφανή τη συνεισφορά της διαδικασίας αυτής στην πνευματική και ψυχική καλλιέργεια του μαθητή.
Β3. Στο πλαίσιο του προλόγου να εντοπίσετε τέσσερις γλωσσικές επιλογές/εκφραστικά μέσα που φανερώνουν αφενός τη βεβαιότητα του γράφοντος για την αξία του διαλόγου και αφετέρου τη διάθεσή του να τονίσει την αξία αυτή.
Μονάδες 10
Η βεβαιότητα του γράφοντος γίνεται αντιληπτή με τη χρήση της οριστικής έγκλισης («Ο διάλογος ασκεί στην ψυχή του ακροατή έντονη παιδευτική επίδραση», «Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια καθίσταται όλο και περισσότερο αισθητή η αναγκαιότητά του), μέσω της οποίας δηλώνεται κάτι το βέβαιο και πραγματικό. Παραλλήλως, με τη χρήση μιας εμφατικής αναλογίας («όπως άλλωστε όλα τα συνταρακτικά φαινόμενα») ο γράφων φανερώνει πως θεωρεί αναμφισβήτητα σημαντική την παιδευτική επίδραση του διαλόγου. Προκειμένου, μάλιστα, να τονίσει την αξία του διαλόγου χρησιμοποιεί ασύνδετο σχήμα («διακρίνεται για την ευλυγισία, την πολλαπλότητα, τη ζωντάνια») για να παρουσιάσει τις αρετές του διαλόγου, καθώς και σχήμα αντίθεσης («σε αντίθεση με το μονόλογο, που είναι πολλές φορές ανιαρός, πληκτικός και μονότονος»), ώστε μέσω της σύγκρισης με τα χαρακτηριστικά του μονολόγου να διαφανεί με σαφέστερο τρόπο η υπεροχή του διαλόγου.
ΘΕΜΑ Γ
Να εξηγήσετε γιατί δεν κατορθώνει το ποιητικό υποκείμενο να μιλήσει όπως θα το ήθελε στην αγαπημένη του. Η ερμηνευτική σας πρόταση να τεκμηριωθεί με την αξιοποίηση τριών κειμενικών δεικτών. (150-200 λέξεις)
Μονάδες 15
Το ποιητικό υποκείμενο δηλώνει πως θα ήθελε να μιλήσει στην αγαπημένη του, έστω για μια φορά, ελεύθερος από σκοπιμότητες ή αυτοπεριορισμούς. Η θέλησή του αυτή, ωστόσο, δεν πραγματώνεται, διότι εκείνη αναζητά μόνο τον έρωτά του και δεν έχει τη δυνατότητα να δει πέρα από την επιθυμία της για εκείνον. Όπως τονίζεται, άλλωστε, από το ποιητικό υποκείμενο με τη χρήση του αντιθετικού συνδέσμου («μα») και επιρρημάτων που δηλώνουν περιορισμό («μονάχα», «μόνο») εκείνη, όταν της μιλά, από τα λόγια του κρατά μονάχα τη φωνή του κι από τη φωνή του μόνο τα χείλη του, γεγονός που φανερώνει την ένταση του πόθου της. Η αγαπημένη του, άλλωστε, δεν είναι δεκτική σε ιδέες ή συλλογισμούς που δεν αφορούν άμεσα τους δυο τους κι αδυνατεί, έτσι, να δώσει σημασία στον «δρόμο» που προχωρά πέρα από εκείνους και κατ’ επέκταση σε αφηρημένους στοχασμούς, όπως αυτό δηλώνεται με τη χρήση των αποσιωπητικών. Το ποιητικό υποκείμενο αντιλαμβάνεται, επομένως, πως όσο κι αν το θέλει, είναι μάταιο να προσπαθήσει να ξεκινήσει ιδεολογικές συζητήσεις με την αγαπημένη του, καθώς τον έλεγχο τον έχουν τα κορμιά τους και η σαρκική επιθυμία, όπως αυτό διαφαίνεται μέσω της σχετικής προσωποποίησης («όταν ακόμα τα κορμιά μας / έχουνε τη δική τους λογική»).
Η δύναμη του ερωτικού συναισθήματος, όπως και της σωματικής έλξης, λειτουργούν συχνά κατά τρόπο ανασταλτικό απέναντι στη λογική και στη διάθεση για προβληματισμό, εφόσον εκείνο που μοιάζει να υπερέχει είναι η εκπλήρωση της ερωτικής ανάγκης.
ΘΕΜΑ Δ
Αφού μελετήσετε προσεκτικά το κείμενο αναφοράς κι έχοντας κατά νου και τις προσωπικές σας εμπειρίες από την πορεία σας ως μαθητές, καλείστε ως τελειόφοιτοι πλέον να παρουσιάσετε σε ένα άρθρο τα ουσιώδη, κατά τη γνώμη σας, συστατικά μιας επιτυχημένης διδασκαλίας και να προτείνετε μία τουλάχιστον αλλαγή στην τρέχουσα εκπαιδευτική διαδικασία που εσείς κρίνετε αναγκαία. (350-400 λέξεις)
Μονάδες 30
Τα συστατικά μιας επιτυχημένης διδασκαλίας
Με τη μαθητική μου πορεία να ολοκληρώνεται φέτος κι έχοντας διδαχτεί ανά τα χρόνια από πολλούς δασκάλους και καθηγητές, θεώρησα πως θα ήταν ωφέλιμο να καταγράψω τα δικά μου συμπεράσματα σχετικά με το τι καθιστά τελικά μια διδασκαλία επιτυχημένη. Δεν αναφέρομαι, βέβαια, σε αυτονόητα στοιχεία, όπως είναι η επαγγελματική συνέπεια του διδάσκοντα, η υψηλή κατάρτιση και η άριστη γνώση του αντικειμένου. Η δική μου σκέψη στρέφεται περισσότερο σε εκείνα τα στοιχεία που έκαναν ορισμένους εκπαιδευτικούς να ξεχωρίζουν.
Ως πρώτο στοιχείο νομίζω πως αξίζει να τοποθετήσω το χιούμορ και την άνεση του εκπαιδευτικού να δημιουργεί ένα φιλικό και ευχάριστο κλίμα στην τάξη. Η επίγνωση και μόνο πως κατά τη διάρκεια του μαθήματος θα επικρατεί μια ευχάριστη διάθεση και πως η ώρα δεν θα είναι αποκλειστικά αφιερωμένη στη διδακτέα ύλη αρκούσε πάντοτε για να με προδιαθέτει θετικά απέναντι σε συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς. Με τη δυνατότητά τους να διανθίζουν τα όσα παρουσίαζαν με χιουμοριστικά σχόλια και να μας εκπλήσσουν με την ετοιμότητα του πνεύματός τους, καθιστούσαν το μάθημα όχι μόνο πιο ευχάριστο, αλλά και ξεκάθαρα πιο αποδοτικό.
Η κατανόηση των νέων πληροφοριών και γνώσεων ερχόταν με τρόπο φυσικό και αβίαστο σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο. Εκείνο, μάλιστα, που λειτουργούσε εξίσου αποτελεσματικά ήταν η πρόθεση των εκπαιδευτικών να παρουσιάσουν το υλικό της ημέρας μέσα από μια διαδικασία ανοιχτού διαλόγου, όπου κάθε πιθανή απορία, άποψη και σκέψη γινόταν ενθαρρυντικά δεκτή. Υπήρχε τότε μια αξιοσημείωτη κινητοποίηση του τμήματος -ακόμη και μαθητών που συνήθως παρακολουθούσαν αδρανείς-, εφόσον γινόταν σαφές πως είχαμε το ελεύθερο να εκφράσουμε τις δικές μας ιδέες και τους δικούς μας προβληματισμούς. Η αίσθηση πως ο καθηγητής που στεκόταν απέναντί μας ήθελε πραγματικά να μας ακούσει να εκφράζουμε τον συλλογισμό μας˙ η αίσθηση πως μας σεβόταν και πως δεν δίσταζε να εντυπωσιαστεί ή να φανεί αμήχανος απέναντι σε μια εντελώς πρωτότυπη σκέψη προσέδιδαν στην όλη διαδικασία ουσιαστικό νόημα και την καθιστούσαν γόνιμη.
Θεωρώ, βέβαια, πως πέρα από τα στοιχεία αυτά που έχουν ουσιώδη σημασία, χρειάζεται πλέον -καθώς οι συνθήκες αλλάζουν γοργά- μια μετεξέλιξη των μαθημάτων, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αφενός να ενσωματώνουν αρμονικά τη χρήση των νέων τεχνολογιών και αφετέρου να συνδέονται περισσότερο με ζητήματα επαγγελματικού προσανατολισμού και κοινωνικής επικαιρότητας. Η διδασκαλία, κατά τη γνώμη μου, θα είναι καλό να αποτελεί, ανεξάρτητα από το εκάστοτε αντικείμενο, μια αφορμή για μεγαλύτερη εξοικείωση με την τεχνολογία, η οποία αποτελεί πια μέρος της καθημερινότητάς μας. Ενώ, παράλληλα, θα ήταν θεμιτό να μη μοιάζει ασύνδετη ή αποκομμένη από την τρέχουσα πραγματικότητα. Κάθε διδακτικό αντικείμενο θα ήταν καλό να βρίσκει την επαφή του με τα όσα εκτυλίσσονται γύρω μας ή να μας δίνει ερεθίσματα και γνώσεις σχετικά με την επαγγελματική πραγματικότητα.
Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω πως κάθε διδακτική ώρα έχει τη δυναμική να μας επηρεάσει βαθιά, αν και εφόσον ο εκπαιδευτικός είναι διατεθειμένος να αφουγκραστεί τις πραγματικές μας ανάγκες και να δώσει στο μάθημά του χαρακτήρα αλληλεπίδρασης. Έστω κι αν ξεφύγει από τον αρχικό του προγραμματισμό, εμείς εκτιμάμε εν τέλει περισσότερο το ειλικρινές ενδιαφέρον του για εμάς, παρά την έγκαιρη ολοκλήρωση της ύλης.