Είναι κάποιες φορές που εκεί έξω η θέα από το παράθυρο του σπιτιού παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη, όσο κι αν οι ώρες παλεύουν να την αλλάξουν, όσο κι αν οι εποχές πασχίζουν να της δώσουν αποχρώσεις και ήχους, όσο κι αν η κίνηση ανθρώπων και ανέμων αλλάζει τα αρώματά της. Η θέα παραμένει ίδια, μουντή συνήθως, βουβή συνήθως, άοσμη όπως συνήθως. Απ’ το παράθυρο της δουλειάς τα πράγματα είναι μάλλον ένα τόνο πιο σκούρα και πιο βουβά! Η ζωή μοιάζει ατελείωτη και γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, τείνει στο άπειρο κατά τη μαθητική ορολογία, όταν οι καθημερινότητες των οικείων και των αγαπημένων προσώπων ακολουθούν παράλληλες πορείες χωρίς σημεία επαφής. Κόσμοι που δεν αγγίζουν ο ένας τον άλλον, άνθρωποι που δεν αγγίζουν ο ένας τον άλλον, αισθήματα που δεν τέμνονται όσο κι αν επεκταθούν στο άπειρο!
Ο χρόνος στον σύγχρονο άνθρωπο δίνεται χωρίς μέτρο, η ελπίδα από την άλλη με μέτρο αυστηρό, σταγόνα τη σταγόνα, ο ψυχρός ρεαλισμός έχει εκτοπίσει κάθε άλλη κοσμοθεωρία, δεν επιτρέπεται άλλωστε σήμερα να έχει μαζί με την επιστημονική του επάρκεια κι ανθρώπινες αναχρονιστικές κι οπισθοδρομικές αντιλήψεις, ο ρομαντισμός πέθανε κάπου στη δεκαετία του ογδόντα, ο ουμανισμός λίγο νωρίτερα, όταν η κοινωνία της Αμερικής ανακάλυψε τις θεωρίες της οικονομικής ανάπτυξης, όσο για το επέκεινα, αυτό αν και είναι το πιο πολύτιμο είδος προς πώληση από αρχαιοτάτων χρόνων, σήμερα έχει εξευγενιστεί κι εμπορεύεται πια μέσα από ανώνυμες εταιρείες σε τιμές συμφέρουσες και με πολλές άτοκες δόσεις! Κι ο πολίτης, φυλακισμένος στον ψυχρό και τον τετράγωνο ρεαλισμό, φτιάχνει μέρα με τη μέρα μια αυτοσυντηρούμενη φυλακή και κλείνεται μέσα της όλο και πιο βαθιά, φτιάχνει έναν μικρόκοσμο για να οχυρωθεί από τη θέα που του κόβει την ανάσα ή μάλλον που κάποτε του έκοβε την ανάσα. Άλλωστε, όλα δείχνουν πως προτιμά τη μιαρή σταθερότητα του άοσμου, του άχρωμου, του άγευστου, του προδιαγεγραμμένου και του προαποφασισμένου από εκείνη την άλλη, τη ζωντανή και την αληθινή μέρα που τη φωτίζει όχι μόνο ο Ήλιος στον ουρανό αλλά κι ο ουρανός της ελευθερίας. Τον έχουν εκπαιδεύσει να χάνει τις στιγμές κοιτώντας το μέλλον το οποίο εντέχνως πάντοτε χαρακτηρίζεται αβέβαιο για λόγους αμιγώς (πολιτικά και οικονομικά) τεχνικούς, η αβεβαιότητα είναι το βεβαιότερα ισχυρό μέσο πίεσης και συμπίεσης συνειδήσεων, θυσιάζει κανείς τα πάντα για μια εξασφάλιση, έστω και υποτυπώδη. Είναι υπερβολή λοιπόν αν υποθέσουμε για πως η καλλιέργεια ανασφάλειας αποτελεί την καλύτερη μέθοδο πώλησης πολιτικής και μάλιστα και με τίμημα ελάχιστο για τους ίδιους τους κρατούντες; Κι έφτασε σήμερα ο άνθρωπος να κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη και να βλέπει το Σίσυφο να δίνει νόημα στη λέξη «ματαιότητα»…
Ύστερα, επέρχεται το μοιραίο: Θάνατος εν ζωή! Περιχαράκωση γύρω από υψηλά τείχη και διαβίωση μέσα στον μικρόκοσμο του σπιτιού που μετουσιώνεται σε πηγή ευθυνών και μόνο, στον μικρόκοσμο της εργασίας που γίνεται ανταγωνιστική και όλοι οι συν-εργαζόμενοι είναι κατώτεροι των περιστάσεων(!) ή στην καλύτερη περίπτωση οι ευνοημένοι του αφεντικού, στον μικρόκοσμο του «υπέροχου και ξεχωριστού» εαυτού μας που όμως ξεχάσαμε πως αποτελείται πια από λίγο μολυσμένο από τα απόβλητα της βιομηχανικής επανάστασης νερό, λίγα χημικά στοιχεία που κατασκευάστηκαν σε κάποιο εργαστήριο και σφραγίστηκαν σε μια πλαστική συσκευασία τροφίμων δήθεν χωρίς συντηρητικά και χρωστικές και πέντε έξι λίτρα κόκκινο αγχωμένο αίμα που πότε παγώνει στο άκουσμα των ειδήσεων, πότε ανεβαίνει στο κεφάλι με την αδικία αλλά ποτέ δεν αλλάζει χρώμα, δε γίνεται… γαλάζιο ας πούμε, για να μας απαλλάξει από την κοινοτυπία και τη θνητότητα αυτού του κόσμου!
Ο μικρόκοσμος, κάθε τεχνηέντως πλασμένος μικρόκοσμος, είναι το σπουδαιότερο εφεύρημα της παγκοσμιοποίησης, όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο, πώς αλλιώς άλλωστε μπορεί κανείς εύκολα να διοικήσει και να οδηγήσει τον αληθινά ανοιχτόμυαλο άνθρωπο, τον γαλουχημένο με την παιδεία ενός ολόκληρου πλανήτη και με την εμπειρία λαών και φιλοσοφιών που άνθησαν σε όλες της γωνιές της Γης, χωρίς να του κλείσει με παρωπίδες το οπτικό πεδίο; Είναι σχεδόν ακατόρθωτο να πείσεις έναν τέτοιον άνθρωπο να συμβιβαστεί ή να δεχτεί οτιδήποτε λιγότερο από την αλήθεια, το σεβασμό και την αξιοπρέπεια. Γι’ αυτό φρόντισαν η θέα από το παράθυρο να είναι ίδια κι απαράλλαχτη, όσο κι αν οι ώρες παλεύουν να την αλλάξουν, όσο κι αν οι εποχές πασχίζουν να τη χρωματίσουν με αποχρώσεις και ήχους κι αρώματα ποικίλα. Αυτή θα παραμένει ίδια, μουντή συνήθως, βουβή συνήθως, άοσμη συνήθως, εκτός αν απλώς ο πολίτης ανοίξει τα μάτια του και τολμήσει να κοιτάξει πέρα απ’ τις αβεβαιότητες και τον μικρόκοσμό του, εκεί που βρίσκεται η θέα η αληθινή!