Όπου υπάρχει εξουσία, υπάρχει και πολιτική. Και όπου υπάρχει πολιτική, υπάρχει, θεωρητικά τουλάχιστον, και ιδεολογία. Εκεί ακριβώς εδράζονται -ή έπρεπε να εδράζονται- και οι σημαντικές προγραμματικές διαφοροποιήσεις των πολιτικών και κομματικών σχηματισμών, οι οποίες όμως στην εποχή μας φαίνεται πως είναι επιφανειακές και επίπλαστες. Και τούτο γιατί οι αξίες, οι οποίες αποτελούν εν πολλοίς το αντικείμενο της πολιτικής, επειδή θεωρούνται αυτονόητες, βρίσκονται συνήθως εκτός του δημόσιου πολιτικού διαλόγου. Αυτό συμβαίνει για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με το δυστυχές γεγονός ότι μια κρίσιμη μάζα πολιτικών έχει υιοθετήσει την πρακτική της κενολογικής πολιτικής σκέψης και ρητορικής, καθόσον ως πολιτικοί δεν έχουν λάβει την κατάλληλη -αλλά επίπονη στην κατάκτησή της- παιδεία για να εντρυφήσουν επαρκώς σε έννοιες όπως ελευθερία, ισότητα, κοινωνική δικαιοσύνη, Δημοκρατία κλπ. Ο άλλος λόγος έχει να κάνει με την επιθυμητή, εκ μέρους των πολιτικών, ασάφεια, η οποία διασπειρόμενη στην κοινωνία, επιτρέπει τη διαφορετική στάθμιση των αξιών ανάλογα με την εκάστοτε πολιτική σκοπιμότητα που πρέπει να εξυπηρετηθεί. Αν λοιπόν στις μέρες μας δεν είναι ξεκάθαρο και ορισμένο με απόλυτους όρους το αξιακό σύστημα που πιστεύει, πρεσβεύει κι εξυπηρετεί ένας πολιτικός σχηματισμός, τότε είναι δυνατόν να σχηματοποιεί την πολιτική του στηριγμένο σε μια ιδεολογία; Ή μήπως πια πρόκειται απλώς για την εφαρμογή μιας, καθοδηγούμενης από επικοινωνιολογικές πρακτικές, πολιτικής τεχνικής, η οποία όμως στο τέλος της ημέρας θα εξασφαλίσει ψήφους και συνεπώς τον πολυπόθητο έλεγχο του κράτους από το κόμμα που την εφαρμόζει;
Η πραγμάτωση της εξουσίας είναι μια υπαρξιακή αναγκαιότητα για τον πολιτικό. Για να μετουσιωθεί με κάθε τρόπο αυτή η αναγκαιότητα σε πραγματικό γεγονός και να επιτευχθεί η κομματική επιβίωση, οι ηθικές αρχές και οι απόψεις που κάποτε αποτελούσαν ακλόνητες κοσμοθεωρίες, έχουν ξεθωριάσει με τα όριά τους πλέον να είναι δυσδιάκριτα. Με τη δυσερμήνευτη όμως πια διαφοροποίηση ανάμεσα σε Αριστερή και Δεξιά ιδεολογία, μιας και η πρακτική εφαρμογή τους στην Ελλάδα ελάχιστες διαφορές έχει επιφέρει στην καθημερινότητα των πολιτών, ο σύγχρονος Έλληνας έχει γίνει καχύποπτος. Την καχυποψία αυτή μάλιστα την καλλιέργησε και την επέτεινε η ίδια η ανεπάρκεια της ιδεολογικής πολιτικής συνέπειας, η οποία οδήγησε στον παραμερισμό των θεμελιωδών αρχών και την εκπαραθύρωσή τους από την πολιτική συνείδηση και τον ψυχισμό των ανθρώπων. Θεσμοποιήθηκε δηλαδή εδώ και χρόνια η αλλοτρίωση των ιδεολογιών από τους ίδιους ανθρώπους που έπρεπε με συνέπεια και σεβασμό να τις υπηρετούν, με αποτελέσματα εξόχως τραγικά για το πολιτικό σύστημα της χώρας, για τη Δημοκρατία και τελικά για τις ίδιες τις αρχές και τις αξίες που ταυτοποιούν τη χώρα μας ως μια ξεχωριστή οντότητα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Οι παραδοσιακές αξίες έχουν δώσει τη θέση τους σε ωφελιμιστικές επιλογές και ευκαιριακό οπορτουνισμό στην πολιτική αλλά και στους πολιτικούς. Η παραμορφωτική ερμηνεία των ιδεολογιών στις κεντρικές επιτροπές των κομμάτων, οι οποίες καθορίζουν εν πολλοίς τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, παράγει επιχειρηματολογία που στοχεύει όχι στην εξυπηρέτηση πολιτών και αξιών αλλά στον κορεσμό της δίψας για εξουσία και έλεγχο του κράτους και των υποθέσεών του. Το ίδιο το κράτος όμως, ως ένας συλλογικά δρώντας ενεργός οργανισμός, είναι από μόνος του ικανός να αποφασίσει για την τύχη και την πορεία του στο χρόνο, αν βεβαίως απαγκιστρωθεί από τους κομματικούς μηχανισμούς που τον ποδηγετούν και αφεθεί ελεύθερος να δράσει ενεργοποιώντας τη λογική και τα επιστημονικώς καταρτισμένα στελέχη του. Η δικαιοδοσία των πολιτικών κομμάτων πρέπει να σταματά εκεί που αρχίζει η δικαιοδοσία τού κράτους των πολιτών. Τούτο όμως δεν συμβαίνει στη χώρα μας γι’ αυτό είναι ίσως χρήσιμο να δούμε τα πολιτικά πράγματα με πολύ μεγάλο σκεπτικισμό και να επανεξετάσουμε ενδεχομένως την ηθική τής άνευ όρων παράδοσης του κράτους στα κόμματα. Στα κόμματα που φαίνεται πως έχουν απωλέσει πια την ιδεολογική τους ταυτότητα. Τι είναι άλλωστε πολιτική μέσα στη Δημοκρατία αν όχι η άσκηση εξουσίας από το λαό στη βάση μιας ιδεολογίας, η οποία όμως να υπηρετείται καθολικά, με σεβασμό και χωρίς εκπτώσεις στη βάση μιας οπορτουνιστικής διεκδίκησής της. Άρα λοιπόν, το σημαντικό ερώτημα που προκύπτει από τη βιωματική αντίληψη της πραγματικότητας στην Ελλάδα είναι αν η πολιτική έχει πια καταπέσει στο επίπεδο της επικοινωνιακής σοφιστείας και της καλλιέργειας τεχνικών για την αλίευση ψήφων ή όχι. Η απάντηση πρέπει μάλλον να μας προβληματίσει γιατί φαίνεται πως δεν είναι αρνητική. Ως εκ τούτου, η απόσταση που πρέπει να καλύψουμε κάθιδροι για να γίνουμε ένα πραγματικό και αυθεντικά δημοκρατικό κράτος φαίνεται ότι είναι πολύ μεγάλη, όσο μεγάλο είναι και το ιδεολογικό κενό που υπάρχει στο πολιτικό status quo στη χώρα μας. Προσοχή όμως χρειάζεται γιατί τα μεγάλα κενά ποτέ δε γεμίζουν επαρκώς με υποκατάστατα και μεθοδευμένους συμβιβασμούς.