Αφήνοντας δειλά πίσω μας στην Ιστορία την κρίση που έφερε μαζί του ο ιός Covid-19, ίσως θα πρέπει, αποστασιοποιημένα και με ψύχραιμη ματιά, να εμβαθύνουμε στο τι πραγματικά συνέβη την τελευταία διετία σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο ώστε να κατανοήσουμε το νέο βηματισμό που ακολουθεί πια ο πλανήτης μας. Με την εμφάνιση και την εξάπλωση της πανδημίας του κορωναϊού, το ιδεολογικό θεμέλιο του νεοφιλελεύθερου δυτικού κόσμου, η παγκοσμιοποίηση δηλαδή των αγορών, των πολιτικών αλλά και των ηθών που αυτή επέβαλε, άρχισε να κλονίζεται. Η αυτοκρατορία (ίσως μονοκρατορία) τής ελεύθερης αγοράς, η οποία καθιέρωσε τον καταναλωτισμό κι επέβαλε τον υλισμό από την ανατολή μέχρι τη δύση σε ανθρώπους και θεσμούς, χρειάστηκε την, ομολογουμένως τεράστια, στήριξη των κρατών για να μπορέσει να σταθεί όρθια και να μην καταρρεύσει. Οι κρατικές παρεμβάσεις, σχεδόν σε ολόκληρο τον πλανήτη, στήριξαν τις κοινωνίες ενώ την ίδια στιγμή επιβεβλημένη κρίθηκε η χαλάρωση των κανόνων της δημοσιονομικής πολιτικής προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω εξαθλίωση του κοινωνικού ιστού, ειδικά των χωρών της Δύσης. Αδιαμφησβήτητα, πρωταγωνιστής στο πολιτικό προσκήνιο των χρόνων τής πανδημίας υπήρξε η ανάγκη για επιπλέον στήριξη και επενδύσεις στον τομέα της δημόσιας υγείας αλλά και της κοινωνικής πολιτικής, τομείς που είχαν αφεθεί στην τύχη τους τις τελευταίες δεκαετίες ελέω της αντίληψης πως όλα μπορούν να γίνουν μέσα από την ιδιωτική πρωτοβουλία και την ατομική προσπάθεια κάθε πολίτη αντίστοιχα.
Την τελευταία διετία σημειώθηκε πολιτικά μια (δειλή και άτολμη ίσως) στροφή προς την περισσότερο φιλική για το φυσικό περιβάλλον ανάπτυξη (Σύμφωνο της Γλασκώβης, προώθηση της ηλεκτροκίνησης, μείωση της εξάρτησης από τον άνθρακα κλπ.), έστω κι αν αυτή θα μπορούσε να είναι περισσότερο δυναμική. Στο άρθρο μας «Ενεργειακή Δημοκρατία» (8/10/2021 – https://thermoyiannis.gr/ενεργειακή-δημοκρατία/) είχαμε επισημάνει το γεγονός ότι «[…] ζούμε σε έναν κόσμο τον οποίο διοικούν ο ωφελιμισμός και η χρησιμοθηρία την ίδια στιγμή που τα πολιτικά συστήματα αδυνατούν να αντιληφθούν πως οι φορείς τεχνολογίας και ενέργειας είναι εκείνοι που ρυθμίζουν εν τοις πράγμασι την οικονομία, άρα και τη ζωή μας[…]». Κι ακριβώς εδώ, στην αρχή τού τέλους της πανδημικής κρίσης, μοιάζει δυστυχώς πως επαληθευτήκαμε αφού ήδη βιώνουμε αλματώδεις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, οι οποίες συμπαρασύρουν αυξήσεις και σε σειρά άλλων προϊόντων και υπηρεσιών δυσκολεύοντας περαιτέρω την ήδη δύσκολη καθημερινότητα των πολιτών. Ταυτόχρονα, οι ισχυρές χώρες της Ευρώπης ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη τεράστιες αυξήσεις στον προϋπολογισμό των στρατιωτικών τους δαπανών δίνοντας την εντύπωση πως έχουμε πια αφήσει πίσω μας την πολιτική της ευημερίας των πολιτών και της ανάπτυξης της οικονομίας, θέτοντας ως πρώτη προτεραιότητα την προστασία και την αμυντική θωράκισή τους. Εύλογα λοιπόν θα αναρωτηθεί ο ευρωπαίος πολίτης αν όντως είναι επιβεβλημένη η υιοθέτηση αυτού του νέου αμυντικού γεωστρατηγικού δόγματος. Δόγμα το οποίο θα επιβάλλει τεράστιες δαπάνες στους προϋπολογισμούς των κρατών την ίδια στιγμή που οι κοινωνίες υποφέρουν από την καινοφανή φτωχοποίησή τους. Γιατί άραγε να είναι απαραίτητη αυτή η σοβαρή αλλαγή πολιτικής στην Γηραιά Ήπειρο; Τι είναι αυτό που στ’ αλήθεια συμβαίνει;
Την απάντηση στο ερώτημα θα μπορούσε να την αλιεύσει κανείς από την τρέχουσα τραγική επικαιρότητα. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ανεξαρτήτως από τις δημόσια δεδηλωμένες αιτιάσεις για την αναγκαιότητά του ή μη, αναδύθηκε στο προσκήνιο του δημόσιου διαλόγου μια ουσιαστική κρίση δημοκρατίας που μας αφορά όλους. Η Δύση δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ εν τοις πράγμασι για την αποφυγή τής προαναγγελθείσας ένοπλης σύγκρουσης παρά, σφυρίζοντας αδιάφορα, άφησε να εξελιχθεί το πολεμικό σκηνικό εις βάρος της παρευξείνιας χώρας. Τούτο συνέβη ίσως επειδή στην σκακιέρα τής πολιτικής ο πραγματικός πρωταγωνιστής σε παγκόσμιο επίπεδο δεν είναι άλλος παρά ο έλεγχος της ροής των ενεργειακών πρώτων υλών και προϊόντων στο πλαίσιο μιας νέας γεωπολιτικής θεώρησης των πραγμάτων.
Η πνευματική και κοινωνική παρακμή, στην οποία μας έχει οδηγήσει ο υλισμός, έχει δυστυχώς οδηγήσει τη Δημοκρατία στα όριά της και τα κράτη στην πλήρη εξάρτησή τους από τις γραμμές εφοδιασμού των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών και βεβαίως της ενέργειας. Ο πλανήτης με νηφαλιότητα ήδη συνειδητοποιεί πως απαιτείται μια μεγάλη αλλαγή στον πολιτικό σχεδιασμό και τη νέα γεωμετρία της παγκοσμιοποίησης. Η ιδέα τής αλλαγής ενδεχομένως να τρομάζει μιας και απαιτούνται τροποποιήσεις και προσαρμογές στο συσχετισμό των παγκόσμιων δυνάμεων που συνθέτουν το παζλ της πολιτικής και της οικονομίας. Όμως, με τις τόσο εύθραυστες κανονιστικές αρχές που διέπουν την παγκοσμιοποιημένη κοινότητα, όπως διαπιστώθηκε λόγω του κορωναϊού αλλά εσχάτως και της ενεργειακής ανεπάρκειας, είναι πλέον μονόδρομος μια νέα παγκόσμια εποχή. Μια εποχή που τα κράτη θα πρέπει ίσως να έχουν ισχυρότερο ρόλο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία και τον πολιτισμό μας. Το μείζον ζήτημα για εμάς όμως είναι αν αυτή τη φορά η γραφειοκρατική Ευρώπη είναι ικανή να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο για τις αποφάσεις που θα ληφθούν για τον πλανήτη ή όχι. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως πια οι ισχυροί του κόσμου δεν είναι μόνο δύο!