Η απογύμνωση τής κοινωνίας από τον συνθετικό της ρόλο, θύμα τής εκβιαστικά επιβαλλόμενης αυτόκαταξίωσης τού ατόμου από τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει οδηγήσει στην απώλεια τής ερωτικής σχέσης μεταξύ πολίτη και πολιτείας, σχέσης που αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο τής αξιοπρεπούς διαβίωσής του αλλά και το μοχλό ανάπτυξης της ίδιας της Δημοκρατίας. Για τον σημερινό πολίτη η κοινωνία από χώρος έμπνευσης, ενίοτε και έκστασης, έχει μετουσιωθεί σε μια ανιαρή αναγκαιότητα -χάριν της επιβίωσής του- χωρίς να είναι ικανή να τον τροφοδοτεί με όνειρα. Έχει επικρατήσει η μετριότητα και μια επικίνδυνη μετάλλαξη: Σήμερα ο πολίτης δεν τολμά να ενεργήσει για την κοινωνία που ζει αλλά φαίνεται πως ζει για μια κοινωνία εφήμερων εντυπώσεων. Την ίδια στιγμή, μη έχοντας την ικανότητα να διαχωρίσει έννοιες σημαντικά διαφορετικές μεταξύ τους, όπως πολιτική και εξουσία, δικαιοσύνη και δίκαιο, πίστη και θρησκεία κλπ., προχωρά σε μια ισοπεδωτική εξίσωσή τους θεωρώντας ως δεδομένα την ελευθερία του, τα ατομικά του δικαιώματα μα και τη Δημοκρατία, ξεχνώντας προφανώς ότι αυτά πηγάζουν αλλά κι εδράζονται πάνω σε μια αυτονόητα απαραίτητη προϋπόθεση: Την κοινωνία των πολιτών.
Είναι γεγονός ότι ο άνθρωπος διδάσκεται από το παράδειγμα. Η πολιτική στο δυτικό κόσμο, χάριν βεβαίως της εξουσιολαγνείας, τις τελευταίες δεκαετίες έχει εν πολλοίς αφήσει πια το μονοπάτι τής αλήθειας έχοντας επιλέξει το δρόμο τής δημιουργίας εντυπώσεων, ο οποίος βεβαίως είναι λιγότερο δύσκολος και περισσότερο εύπεπτος στην κατανάλωσή του από τους απαίδευτους πολίτες. Η άγρα πολιτικής πελατείας μετέρχεται πια καινοφανείς μεθόδους υποβιβάζοντας την ουσία των ιδεολογιών σε κομπάρσο που απλώς συμβάλει επιδερμικά στον χαρακτηρισμό των πολιτικών σχηματισμών. Το παράδειγμα αυτό ακολουθεί κατά γράμμα πια και ο πολίτης, ο οποίος στην προσπάθειά του να ξεχωρίσει μέσα στην παγκοσμιοποιημένη κοινότητα των ανθρώπων, αποδεικνύεται πως ενδιαφέρεται περισσότερο για την εικόνα του και για τη δημιουργία εντυπώσεων γύρω από αυτή, παρά για την αλήθεια της οντότητάς του. Μοιραία λοιπόν, οι κοινωνίες των πολιτών από δυνατές οντότητες όπου πλειοψηφία και μειοψηφία σέβονται αλλήλους, φαίνεται πως σταδιακά αλλάζουν ταυτότητα ενώ την ίδια στιγμή έχουν αρχίσει να υποκαθίστανται τόσο οι θεσμοί όσο και η εσωτερική τους λειτουργία από λαϊκισμό, χρησιμοθηρικούς κοινωνικούς αυτοματισμούς (όπως αυτός που στις μέρες μας βιώνουμε με την αναγκαιότητα ή μη του εμβολιασμού κατά του κορωναϊού) και τεχνηέντως δημιουργημένα αδιέξοδα.
Οι κοινωνίες όμως, όπως και οι Δημοκρατίες, είναι εκτεθειμένες σε ατυχήματα αφού δεν είναι δυνατόν ούτε να αποστειρωθούν ούτε να κλειστούν αεροστεγώς μέσα σε ένα επιλεγμένο πλήθος ενεργών πολιτών. Η κοινωνική και η δημοκρατική συνείδηση άλλωστε ανήκει δικαιωματικά σε όλους όσους επιθυμούν να αποτελέσουν συνθετικό κομμάτι τους, έστω κι αν είναι ανέτοιμοι να κατανοήσουν σε όλο το μήκος και το πλάτος τις έννοιες αυτές. Όταν η Διοτίμα, απευθυνόμενη στον Σωκράτη είπε «Δεν γνωρίζεις ότι ο Έρωτας είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας», εκείνος σοφά απάντησε αναδεικνύοντας την βαρύτητα του ρόλου τού δασκάλου: «Μα γι’ αυτό ακριβώς ήρθα […] Διοτίμα, γιατί έχω ανάγκη από δασκάλους». Στις μέρες μας, δάσκαλοι τής ‘αλήθειας’ είναι όλοι εκείνοι που μπορούν να δημιουργήσουν εντυπώσεις με μεγάλη απήχηση, κυρίως στον κόσμο τού διαδικτύου, καθιστώντας τη γνώση που παράγεται δια του μόχθου τής μελέτης περιττή! Περιττή κατά συνέπεια και η αλήθεια που μοιάζει πως έχει πια πεθάνει παρασέρνοντας στο θάνατό της και τα χαμένα θαύματα τής σύνθεσης, του διαλόγου και της ομορφιάς που παράγει η ίδια η πραγματικότητα της ζωής. Δημιουργήσαμε μια νέα αλήθεια, αυτή των εντυπώσεων, και πλέον είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε μ’ αυτή. Ευτυχώς όμως, όλα είναι δυνατά, ακόμα και η αμφισβήτηση της εκθαμβωτικής ψευδαίσθησης της αυτόκαταξίωσής μας!