Προπαγάνδα
Έκθεση Γ΄ Λυκείου
–
Προπαγάνδα είναι η με κάθε μέσο συστηματική προσπάθεια μονόπλευρου επηρεασμού της κοινής γνώμης προς ορισμένη κατεύθυνση.
[Ετυμολογία: μεσαιωνικά λατινικά.: propaganda < λατινικά: propago «μοσχεύω – εκτείνω, αυξάνω» < pro- «προ» + -pago < ρήμα pangere «μπήγω, φυτεύω». Η λέξη εμφανίστηκε στην ονομασία Congregatio de propaganda fide (Σύνοδος προς διάδοση της πίστεως), που αποτελούσε συνοδικό όργανο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το οποίο συνεστήθη το 1559 από τον πάπα Κλήμεντα Η΄, προκειμένου να διαδώσει την πολιτική του ενωτισμού (Ουνία). Αναδιοργανώθηκε το 1622 από τον πάπα Γρηγόριο ΙΕ΄.] Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη
Η προπαγάνδα έχει συνδεθεί σε μεγάλο βαθμό με τα ολοκληρωτικά / δικτατορικά καθεστώτα, όπου ο έλεγχος και ο επηρεασμός των πολιτών είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη διατήρηση της εξουσίας, αλλά και για τη συμμετοχή των πολιτών στα σχέδια του καθεστώτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ναζιστική Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ, όπου ο Υπουργός Προπαγάνδας Γκαίμπελς (J. P. Goebbels) είχε αναλάβει να πείσει τους πολίτες για την ορθότητα των σχεδιασμών του Χίτλερ και ιδίως για την επεκτατική του πολιτική. Με βασικά μέσα τον Τύπο, τον κινηματογράφο, το πρόγραμμα εκπαίδευσης, αλλά και τις εκδηλώσεις και τις δημόσιες ομιλίες, όπου κυριαρχούσε η επίκληση στο συναίσθημα, κατόρθωσε να χειραγωγήσει τους Γερμανούς πολίτες.
Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, χρησιμοποιούμε τον όρο γκαιμπελικός για να αναφερθούμε στη χρήση της παραπληροφόρησης, στις συκοφαντίες και στην αθέμιτη προπαγάνδα.
Η προπαγάνδα, ωστόσο, δεν αφορά μόνο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, καθώς συνεχίζει να χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, και μάλιστα σε δημοκρατικά κράτη. Σαφή παρουσίαση της σύγχρονης προπαγάνδας και του ρόλου που διαδραματίζουν τα Μ.Μ.Ε. για την επιτυχή επιβολή της, μας έχει δώσει ο Noam Chomsky, ο οποίος στηλιτεύοντας τις υπερπόντιες στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ, υποδεικνύει τη συστηματική προσπάθεια των Μ.Μ.Ε. να στηρίξουν και να δικαιολογήσουν τις επιλογές της κυβέρνησης παραποιώντας γεγονότα, αποκρύπτοντας την αλήθεια και λαμβάνοντας εμφανή θέση υπέρ της επιθετικής αυτής πολιτικής.
Χαρακτηριστικό είναι το σύντομο απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο των Noam Chomsky και Edward S. Herman «Ευεργετικά λουτρά αίματος στα γεγονότα και στην προπαγάνδα»:
«Το μέγα μάθημα στις δημόσιες σχέσεις, που μας έδωσε ο πόλεμος στο Βιετνάμ, είναι πως σε κάθε περίπτωση «το μεγάλο ψέμα» μπορεί να πιάσει παρ’ όλες τις ευκαιριακές διαφυγές που μπορούν να διαρρεύσουν σ’ έναν ελεύθερο τύπο. Όχι μόνο μπορεί να επιζήσει και να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες, χωρίς να είναι ανάγκη να νοιάζεται κανείς για ολότελα δικαιολογημένες και οριστικές ανασκευές, αλλά μπορούν και ορισμένες πατριωτικές αλήθειες να αποκατασταθούν σταθερά στα μάτια της πλειοψηφίας με την επίμονη επανάληψη. Η κυβέρνηση μπορεί, με το βαθμό συνεργασίας που χρειάζεται από την πλευρά των μέσων μαζικής ενημέρωσης και όχι χωρίς εξασφαλισμένη περίπου επιτυχία, να εμπλακεί στη «διαχείριση των φρικαλεοτήτων» μόνο με το βάρος των πληροφοριών που μπαίνουν σε κυκλοφορία, με την εκλεκτική χρησιμοποίηση των αναφορών για τις βιαιοπραγίες που αποδίδονται στον εχθρό, με τη δημιουργία αφηγήσεων και μύθων για λουτρά αίματος και με τον εξωραϊσμό τους. Οι μύθοι αυτοί δεν πεθαίνουν ποτέ∙ ανασύρονται από τις στάχτες και προβάλλονται αδιάκοπα, παρά το γεγονός ότι η απόδειξη που τους διαψεύδει είναι εύκολα αποδεκτή.»
Οι στόχοι και τα μέσα της προπαγάνδας
Η ανάγκη των κυβερνήσεων, αλλά και των ισχυρών οικονομικών παραγόντων, να ελέγχουν την κοινή γνώμη, ώστε οι πολίτες αφενός να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις τους κι αφετέρου να μην απαιτούν ποτέ απόδοση ευθυνών, όσο εμφανείς κι αν είναι οι αποτυχίες των κυβερνώντων, καθιστά την προπαγάνδα πολύτιμο εργαλείο.
Τα βασικά ζητούμενα των κυβερνώντων, για την επίτευξη των οποίων αξιοποιείται η προπαγάνδα, είναι μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
– Διεκδίκηση και κατόπιν διατήρηση της εξουσίας.
– Άσκηση οικονομικής πολιτικής που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κυβέρνησης, αλλά και τα συμφέροντα εκείνων των παραγόντων που τη στηρίζουν. Οικονομικής πολιτικής, μάλιστα, που να είναι προφανώς προσανατολισμένη στην ενίσχυση των ισχυρών, έστω κι αν για λόγους συγκάλυψης τείνει να προσφέρει ή να υπόσχεται πως θα προσφέρει οικονομικές ελαφρύνσεις και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
– Άσκηση -στην περίπτωση ισχυρών κρατών- πολεμικής ή έντονα επιθετικής πολιτικής, με τη στήριξη ή έστω την ανοχή των πολιτών.
– Αποφυγή ανάληψης ευθυνών, ακόμη κι όταν είναι πασιφανές πως η πολιτική που ακολουθήθηκε έβλαψε τα συμφέροντα των πολιτών.
Η προπαγάνδα επιτυγχάνεται με την αξιοποίηση ποικίλων μεθόδων, οι οποίες έχουν δοκιμαστεί ήδη στο παρελθόν κι έχουν πλέον βελτιστοποιηθεί, ώστε να είναι ακόμη πιο αποτελεσματικές. Μέθοδοι, άλλωστε, που αξιοποιούν όλο το φάσμα εκείνων των επιστημών που σχετίζονται με την ανθρώπινη συμπεριφορά και επιτρέπουν τη διαμόρφωση τεχνικών για τη χειραγώγηση των πολιτών, όπως είναι η ψυχολογία και η κοινωνιολογία.
Ειδικότερα:
– Εκτεταμένη χρήση των Μ.Μ.Ε., ώστε να επιτευχθεί ο επιθυμητός επηρεασμός της κοινής γνώμης. Μέσα από παραποιημένες ειδήσεις και επιλεκτική παρουσίαση της αλήθειας (παραπληροφόρηση), οι πολίτες καταλήγουν να διαμορφώσουν εκείνες τις απόψεις που εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντα των ισχυρών. Είναι, άλλωστε, αποδεδειγμένο πως η συχνή επανάληψη μιας άποψης, όσο κι αν στην αρχή προκαλέσει αντιδράσεις, στην πορεία κάμπτει τις αντιστάσεις των πολιτών και τελικά γίνεται αποδεκτή ως θεμιτή επιλογή.
– Συνεχής χρήση της επίκλησης στο συναίσθημα στις ομιλίες των πολιτικών προσώπων, ώστε να παρακάμπτεται η λογική επεξεργασία των πραγματικών προθέσεων της εκάστοτε πολιτικής παράταξης. Οι πολιτικοί, μάλιστα, τείνουν να επιστρατεύουν έννοιες με υψηλή συναισθηματική φόρτιση, όπως είναι η πατρίδα, το έθνος, η δημοκρατία, η θρησκεία κ.ά., ώστε να επιδρούν κυρίως στο συναίσθημα των πολιτών, και να παρουσιάζονται οι ίδιοι ως υπερασπιστές και θεράποντες κάθε λαϊκής αξίας και κάθε λαϊκού συμφέροντος.
– Εκμετάλλευση των μεθόδων του λαϊκισμού, ώστε να καταστεί εφικτή η κατάκτηση της εξουσίας. Παρατηρείται, έτσι, καταφυγή στις υποσχέσεις για παροχές και ελαφρύνσεις, για την επίλυση χρόνιων προβλημάτων και για την εν γένει ικανοποίηση κάθε λαϊκού αιτήματος, μέχρι του σημείου όπου οι πολίτες παύουν να προβληματίζονται με το αν όλα αυτά είναι πραγματοποιήσιμα και αδημονούν για την εποχή που το σωτήριο αυτό κόμμα θα έρθει στην εξουσία.
– Έμφαση στην έννοια του πατριωτισμού και στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων από υπαρκτούς -ή και ανύπαρκτους- εχθρούς. Τεχνική που ωθεί τους πολίτες να αποδέχονται οποιαδήποτε απόφαση της πολιτείας, αρκεί να είναι σαφές πως οι ίδιοι είναι πατριώτες και πως είναι διατεθειμένοι να κάνουν οτιδήποτε για χάρη της πατρίδας τους.
Η τεχνική αυτή, που είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση ή τη δημιουργία εχθροτήτων ανάμεσα σε διάφορα έθνη, έχει αξιοποιηθεί τόσο από μικρότερα κράτη, όπως είναι η Ελλάδα, όσο και από πολύ ισχυρότερα, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Στις ΗΠΑ, μάλιστα, όπου η στρατιωτική επέμβαση σε ξένα κράτη αποτελεί πλέον πάγια τακτική, επιστρατεύεται ακόμη και η βιομηχανία του κινηματογράφου για να ενισχύσει στους πολίτες το αίσθημα του πατριωτισμού και να αιτιολογήσει τις μιλιταριστικές επιλογές της κυβέρνησης.
– Η δημιουργία ενός αισθήματος ανασφάλειας και φόβου στους πολίτες απέναντι σε μια οικονομική ή στρατιωτική ή άλλη μορφή κρίσης, που καθιστά αναγκαία τη λήψη έκτακτων και δραστικών μέτρων. Οι πολίτες εξωθούνται να πιστέψουν πως η δράση της κυβέρνησής τους είναι επιβεβλημένη, γι’ αυτό και αποδέχονται ή ανέχονται ακόμη και επιλογές, τις οποίες υπό διαφορετικές συνθήκες θα καταδίκαζαν απερίφραστα και θα απέρριπταν.
– Επίθεση στο ήθος των πολιτικών αντιπάλων με συκοφαντίες και κάθε είδους κατηγορία που μπορεί να βρει ανταπόκριση στη συνείδηση των πολιτών. Προκειμένου οι πολιτικοί αντίπαλοι και οι διαφωνούντες να χάσουν την αξιοπιστία τους στα μάτια των πολιτών, ώστε οι αντιρρήσεις τους να μη λαμβάνονται υπόψη, έστω κι αν είναι πραγματικά βάσιμες, οι κυβερνώντες και οι με το μέρος τους οικονομικοί παράγοντες καταφεύγουν σε κάθε πιθανό μέσο σπίλωσης.
Ιδιαίτερα αξιοποιήσιμη είναι εδώ η τακτική του διχασμού και της πόλωσης, ώστε οι πολίτες να θεωρούν πως υπάρχει ένα κρίσιμο δίλημμα, στο οποίο όσοι παίρνουν το μέρος της κυβέρνησης είναι γνήσιοι και αληθινοί πατριώτες, που σκέφτονται μόνο το καλό της πατρίδας και του λαού, ενώ οι άλλοι είναι ασυνείδητοι προδότες, που εξυπηρετούν ξενόφερτα συμφέροντα. Είναι, μάλιστα, τέτοια η δύναμη αυτής της πόλωσης, ώστε επί της ουσίας οι πολίτες ελάχιστα σκέφτονται και επεξεργάζονται αυτά στα οποία καλούνται να συναινέσουν∙ το μόνο που τους απασχολεί είναι να μην αμφισβητηθεί ο πατριωτισμός τους.
Συνέπειες της προπαγάνδας
Η προπαγάνδα επιτρέπει στους ισχυρούς να κατευθύνουν και να ελέγχουν την κοινή γνώμη, λαμβάνοντας εκείνες τις αποφάσεις και εκτελώντας εκείνους τους σχεδιασμούς που οι ίδιοι επιθυμούν, χωρίς να αντιμετωπίζουν σημαντικές αντιδράσεις από τους πολίτες. Προκύπτει, έτσι, μια δραστική υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος, αφού οι πολίτες ψηφίζουν και συναινούν μη έχοντας πραγματική γνώση των καταστάσεων.
Ειδικότερα:
– Υπονομεύεται η ελευθερία των πολιτών, αφού επί της ουσίας χειραγωγούνται και δρουν ως υποχείρια των ισχυρών, έχοντας απολέσει το δικαίωμα στην αληθινή πληροφόρηση και στην πλήρη γνώση των δεδομένων. Οι πολίτες παύουν να δρουν ως σκεπτόμενα όντα με αυτόνομη κρίση και πραγματική επίγνωση των αποφάσεών τους, και καταλήγουν να υποκινούνται από εκείνους που ελέγχουν την πληροφόρηση, οι οποίοι σκοπίμως και εντέχνως διαμορφώνουν μια εικονική πραγματικότητα που να εξυπηρετεί τις δικές τους επιδιώξεις.
– Λόγω της εκτεταμένης χρήσης τακτικών πόλωσης της κοινής γνώμης επιδρά επιζήμια για την κοινωνική συνοχή και την αρμονική συνύπαρξη των πολιτών. Οι πολίτες χωρίζονται σε αντίπαλες παρατάξεις κι έρχονται σε συνεχείς αντιπαραθέσεις, χρησιμοποιώντας ως επιχειρήματα αυτές ακριβώς τις απόψεις που τους έχουν υποβάλει μέσω της προπαγάνδας οι κυβερνώντες και οι ισχυροί.
– Αντιστοίχως, η επιλογή των ισχυρών να αξιοποιούν την έννοια του πατριωτισμού για να αιτιολογούν στρατιωτικές επεμβάσεις ή άλλες επιθετικές πολιτικές, προκαλεί έξαρση του εθνικισμού και οδηγεί στην παρατεταμένη ύπαρξη ενός πολεμικού κλίματος. Οι διακρατικές εντάσεις, αλλά και ρατσιστικές συμπεριφορές των πολιτών, προκαλούνται και συντηρούνται, ακριβώς επειδή οι πολιτικοί τείνουν να εκμεταλλεύονται διαρκώς την εύλογη αγάπη κάθε πολίτη για τη χώρα και το έθνος τους.
Ανάλογη λαϊκιστική εκμετάλλευση του έθνους και του πατριωτισμού των Ελλήνων παρατηρείται έντονα στις μέρες μας, από πολιτικούς που προκειμένου να εκλεγούν δεν διστάζουν να βασίζουν τις ομιλίες και την πολιτική τους δράση στην πρόκληση μίσους και έχθρας εις βάρος προσφύγων και μεταναστών, τους οποίους στοχοποιούν αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες αυτής τους της εθνικιστικής πολιτικής.
Τρόποι αντιμετώπισης της προπαγάνδας
Ο Γκαίμπελς θεωρούσε πως είναι πάρα πολύ εύκολο να χειραγωγήσει κανείς τους πολίτες, κι αυτή η διαπίστωση βασίζεται στα εκπληκτικά αποτελέσματα που είχε η δική του προσπάθεια. Κι η αλήθεια είναι πως ακόμη και σήμερα επιβεβαιώνεται η ευκολία εξαπάτησης των πολιτών μέσω του λαϊκισμού, αλλά και η πρόκληση κλίματος πόλωσης, προκειμένου να διευκολυνθούν τα σχέδια των πολιτικών.
Προκειμένου, λοιπόν, να ενισχυθούν οι αντιστάσεις των πολιτών απέναντι στους μηχανισμούς της προπαγάνδας, απαιτούνται ορισμένες καίριες προϋποθέσεις.
Ειδικότερα:
– Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε.
Με δεδομένη την έντονη επίδραση που ασκούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στους πολίτες, αλλά και του γεγονότος ότι οι πολίτες διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις τους και την αντίληψη που έχουν για τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις βασιζόμενοι στις πληροφορίες που λαμβάνουν από αυτά, κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε. από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Πρόκειται, βέβαια, για ένα εξαιρετικά δυσεπίτευκτο αίτημα από τη στιγμή που κύριος στόχος των Μ.Μ.Ε. είναι το οικονομικό κέρδος, και παραμένουν άρα ευάλωτα στις δελεαστικές προτάσεις των οικονομικά ισχυρών παραγόντων. Κρίνεται, επομένως, απολύτως σημαντική η διασφάλιση της τήρησης των αρχών του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας με τη συνδρομή της πολιτείας, προκειμένου να παρέχουν στους πολίτες αντικειμενική και πλήρη ενημέρωση.
– Υιοθέτηση ενός αυστηρού θεσμού λογοδοσίας των πολιτικών
Η διαχρονική τάση των πολιτικών να εξαπατούν τους πολίτες με πλήθος ανεδαφικών υποσχέσεων προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία, καθώς και η υπόνοια πως πολλοί από αυτούς αποκομίζουν κατά τη διάρκεια της πολιτικής τους δράσης σημαντικά οικονομικά οφέλη, καθιστά αναγκαία τη θέσπιση μιας ανεξάρτητης αρχής που θα ελέγχει ενδελεχώς τις πράξεις, τις παραλείψεις, αλλά και τις οικονομικές δοσοληψίες των πολιτικών προσώπων μετά την ολοκλήρωση των βουλευτικών ή των υπουργικών τους καθηκόντων.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στα πρόσωπα της πολιτικής έχει ιδιαίτερη σημασία για την περαιτέρω ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Χρειάζεται, επομένως, μια σαφής κίνηση προς την κατεύθυνση της διαφάνειας και της ανάληψης προσωπικών ευθυνών, ώστε οι πολίτες να μην αντιμετωπίζουν πλέον τους πολιτικούς ως ανεύθυνους οπορτουνιστές που μόνο τους μέλημα είναι η εξυπηρέτηση ίδιων συμφερόντων.
– Ενίσχυση της κριτικής ικανότητας των πολιτών.
Παρά την εύλογη τάση των πολιτών -λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών- να παρασύρονται από τις υποσχέσεις των πολιτικών, είναι σημαντικό να προκύψει μέσω της παιδείας μια ταχεία ωρίμανση της πολιτικής τους αντίληψης. Οι πολίτες θα πρέπει να καταστούν αφενός πολύ πιο επιφυλακτικοί απέναντι στις υποσχέσεις για εύκολες λύσεις και αφετέρου θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί για τις λανθασμένες πολιτικές αποφάσεις και τις συνέπειες που είχαν αυτές στα δημοσιονομικά της χώρας.
Οι πολίτες θα πρέπει να στέκουν κριτικά απέναντι στις πηγές πληροφόρησης, φροντίζοντας να εμπλουτίζουν την ενημέρωσή τους με ποικίλα εγχώρια αλλά και διεθνή μέσα, ώστε να μπορούν να αντιπαραβάλουν τις διάφορες πληροφορίες και απόψεις. Θα πρέπει, συνάμα, να στέκουν κριτικά απέναντι σε διχαστικά και πολωτικά μηνύματα, αναζητώντας τα βαθύτερα κίνητρα κάθε πολιτικής παράταξης και λαμβάνοντας ως δεδομένο πως η πλειονότητα των πολιτικών ελάχιστα ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα του λαού.
Η μελέτη της σύγχρονης ιστορίας και η απλή σύγκριση ανάμεσα σε όσα υποσχέθηκε και σε όσα τελικά έπραξε κάθε πολιτικός, έχουν να φανερώσουν πολλά για την πραγματική δράση των πολιτικών προσώπων.
– Μέριμνα για την ολοκληρωμένη παιδεία των νέων.
Το γεγονός ότι η σύγχρονη κοινωνία τείνει να απομακρύνει τους νέους από την ενασχόληση με τα της πολιτικής, δελεάζοντάς τους με άλλα θέματα και θεάματα, που ανταποκρίνονται περισσότερο στις νεανικές επιθυμίες και επιδιώξεις, λειτουργεί επιζήμια για το πολιτειακό μέλλον της χώρας, αφού προετοιμάζει επί της ουσίας ένα εύκολα χειραγωγούμενο εκλογικό σώμα.
Αν οι νέοι αφήνονται να αδιαφορούν για την ουσιαστική μελέτη της ιστορίας του τόπου, αν αποθαρρύνονται μπροστά στις απαιτήσεις μιας πραγματικής μόρφωσης, που θα ενισχύσει τις νοητικές τους ικανότητες και θα καταστήσει τη σκέψη τους δύσκολα ελέγξιμη από τους μηχανισμούς της προπαγάνδας, τότε είναι πραγματικά δύσκολο να υπάρξει αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας των πραγμάτων.
Οι εκπαιδευτικοί της χώρας, παρά τις πλείστες δυσκολίες που προκύπτουν, θα πρέπει να φροντίσουν, ώστε οι νέοι να αποκτήσουν διάθεση ουσιαστικής εμβάθυνσης στα πολιτικά και οικονομικά ζητήματα της χώρας, και να προετοιμαστούν έτσι κατάλληλα για μια κριτική αντιμετώπιση του συνόλου του πολιτικού κόσμου.
– Στήριξη της δημοκρατίας.
Η ουσιαστική βάση της δημοκρατίας βρίσκεται στη δυνατότητα να ακούγονται και να τίθενται στην κρίση των πολιτών όλες οι απόψεις, όσο κι αν διαφοροποιούνται μεταξύ τους. Κύριο όπλο, όμως, της προπαγάνδας είναι ακριβώς η δαιμονοποίηση της αντίθετης άποψης και η παρουσίασή της ως αντιπατριωτικής και αντεθνικής ή ως επιζήμιας και καταστροφικής.
Χρειάζεται, επομένως, η ώριμη εκείνη στάση των πολιτών που δεν θα επιτρέψει τη φίμωση ή την άρνηση του αντιλόγου, καθώς μόνο μέσα από τον αντίλογο προκύπτουν τα τρωτά της άλλης άποψης. Δημοκρατική, είναι, λοιπόν μόνο εκείνη η κοινωνία στην οποία η αντίθετη άποψη, όχι μόνο δεν καταδιώκεται και δεν απορρίπτεται, αλλά κρίνεται εξαιρετικά σημαντική, ώστε να φωτιστεί χάρη σε αυτή το εξεταζόμενο ζήτημα από όλες τις πλευρές του.
Οι πολίτες θα πρέπει, άρα, να επιζητούν τον αντίλογο και να μελετούν με προσοχή τα επιχειρήματα της αντίθετης παράταξης, διότι μόνο έτσι θα μπορούν να προσεγγίζουν πληρέστερα την αλήθεια.